Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2015

Μια Συνέντευξη στον Ηλία Τουμασάτο.

Οι συνεντευξιαζόμενοί μου έχουν πάντα μία ιδιότυπη σχέση με τον ηλικιακό τους προσδιορισμό. Άλλοι ξεκινούν από τα 200 plus έτη…., άλλοι έχουν διαβεί την τέταρτη, την πέμπτη, την έκτη και την έβδομη δεκαετία της ζωής τους, άλλοι απλώς είναι όσο τους θυμάμαι από τα παιδικά μου χρόνια, καθώς μεγάλωσα κι εγώ μαζί τους…Είναι ωστόσο η πρώτη φορά που παίρνω συνέντευξη από έναν έφηβο, που παρ’ όλο που το βιογραφικό του είναι γεμάτο από πτυχία και διακρίσεις, τον κάνεις - δεν τον κάνεις 18 ετών…. Απέναντί μου λοιπόν έχω τον φίλο Ηλία Τουμασάτο, τον συγγραφέα, τον ερευνητή, τον δικηγόρο, τον θεατρολόγο, τον επί 9,5 χρόνια Διευθυντή της Κοργιαλενείου Βιβλιοθήκης Αργοστολίου, τον πρωτεύσαντα στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ και σήμερα καθηγητή πολιτικών και κοινωνικών επιστημών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στο Βαλλιάνειο  Γενικό Λύκειο Κεραμειών, τον διδάκτορα του Τμήματος Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου. Τον άνθρωπο που η απλότητα του χαρακτήρα του και το φωτεινό του χαμόγελο σε κερδίζουν από την πρώτη ματιά και δίχως να το καλοσκεφτείς θες να μάθεις το μυστικό της νιότης του…


Ερωτήσεις

  1. Ηλία, η μαθητεία σου το διάστημα που διηύθυνες την Κοργιαλένειο Βιβλιοθήκη Αργοστολίου κοντά σε σημαντικές μορφές της κεφαλονίτικης πνευματικής ζωής, όπως ο καθηγητής Γεώργιος Ν. Μοσχόπουλος, και οι αείμνηστοι Γεράσιμος Πεντόγαλος, Γεώργιος Γ. Αλισανδράτος και Σπύρος Λουκάτος, πόσο πλούτισαν το ενδιαφέρον σου για την τοπική ιστορία και πόσο θεωρείς την γνώση αυτή απαραίτητη για την αντίσταση κάθε μικρής γωνιάς της πατρίδας μας στο παγκοσμιοποιημένο σύστημα που προσπαθεί να ισοπεδώσει ήθη, έθιμα, παραδόσεις και γενικά εκφάνσεις του λαϊκού μας πολιτισμού;
Αγαπητή Κατερίνα, είμαι σίγουρος πως από τη δική σου εμπειρία στο Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων μπορείς από πρώτο χέρι να καταλάβεις γιατί θεωρώ μεγάλη τύχη και ανεκτίμητο βίωμα τη θητεία μου στην Κοργιαλένειο Βιβλιοθήκη. Βρέθηκα εκεί χάρη στον καθηγητή Γεώργιο Ν. Μοσχόπουλο, πολύ νέος, στα 26, και με ελάχιστη τότε ερευνητική εμπειρία. Ήταν πραγματικά για μένα μαθητεία. Είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς πόσο συναρπαστική δουλειά είναι να δουλεύεις σε μια βιβλιοθήκη με τόσο πλούσιο υλικό για τους ερευνητές (όπως και όλες οι επτανησιακές βιβλιοθήκες) και να έρχεσαι σε επαφή με σπουδαίους ανθρώπους του πνεύματος, όπως οι άνθρωποι που προανέφερες, που είχαν μάλιστα τη διάθεση να μοιραστούν μ’ εμάς τους νεότερους την αγάπη τους για την έρευνα του επτανησιακού χώρου. Και, παράλληλα, να μας «μεταδώσουν» τη συναίσθηση της αναγκαιότητας όχι απλά να «αντισταθούμε» στην ισοπέδωση της κατά τόπους ιστορικής μνήμης, αλλά και να επαναδιατυπώνουμε, ως τοπικές κοινωνίες, την ιδιαίτερη ταυτότητά μας. Οι βιβλιοθήκες και τα μουσεία των Επτανήσων είναι, από τη φύση και την ιστορικότητά τους, οι πιο ισχυροί χώροι αντίστασης και ταυτόχρονα δυναμικές εστίες εκκόλαψης του καινούριου μέσα στον ιόνιο χώρο. Γι’ αυτό πρέπει να υποστηρίζονται από τις τοπικές κοινωνίες, με διασφαλισμένες πάντα τις εγγυήσεις για την ανεξάρτητη λειτουργία τους σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης.


  1. Στις αρχές του 2014, από τις εκδόσεις «Αιγιαλός», του Παναγή Μοσχονά, τυπώθηκε το πρώτο σου βιβλίο «Ο μικρός μάγος και άλλες ιστορίες», που αγκαλιάστηκε από το κοινό της Κεφαλονιάς, (η πρώτη του έκδοση εξαντλήθηκε και ξανατυπώθηκε) και αναφέρεται σε έναν μικρό μάγο που ενηλικιώνεται, και ξεκινάει το δικό του, ξεχωριστό ταξίδι στη ζωή. Το βιβλίο είναι αφιερωμένο «Στο Δημήτρη, τον καλύτερο γιο του κόσμου», που από όσο γνωρίζω πρόκειται για έναν μαθητή σου και αποτελείται από είκοσι έξι μικρές ιστορίες. Από την εμπειρία σου με τους μαθητές που επισκέπτονταν την Βιβλιοθήκη παλιότερα και τώρα μέσα στην αίθουσα διδασκαλίας, πόσο πιστεύεις ότι τα νέα παιδιά βοηθούνται από το εκπαιδευτικό σύστημα να ξεκινήσουν ενισχυμένα το ταξίδι της ζωής. Ποιοι είναι οι παράγοντες εκείνοι που θα τα βοηθήσουν να αντιμετωπίσουν με σθένος και επιτυχία την εισαγωγή τους στην ενήλικη ζωή;
«Ο μικρός μάγος» ήταν πραγματικά μια ευτυχισμένη στιγμή για μένα, μια και ήτανε το πρώτο «δικό μου» βιβλίο, με κείμενα που γράφτηκαν τόσο στα χρόνια της Βιβλιοθήκης όσο και πιο πρόσφατα, στη μικρή διδακτική μου εμπειρία. Ο «μικρός μάγος», ο Δημήτρης, που τώρα πια είναι φοιτητής, είναι από κείνα τα χαρισματικά παιδιά που τα βλέπεις σιωπηλά σ’ ένα θρανίο, κι αναρωτιέσαι πού να ταξιδεύει ο νους τους, την ώρα που εσύ τους μαθαίνεις για τη Βουλή και το Α.Ε.Π. της χώρας… Και κάποια στιγμή ανακαλύπτεις ότι εκείνο το παιδί με τα λυπημένα μάτια που νομίζεις ότι δεν σε προσέχει, έχει μέσα του τέτοιο πλούτο συναισθημάτων, τέτοιο μεγαλείο ψυχής και τέτοιες ανησυχίες, που δεν μπόρεσαν ποτέ να χωρέσουν στη διδακτέα και την εξεταστέα ύλη. Η αλήθεια είναι ότι το εκπαιδευτικό σύστημα, από την εποχή που ήμασταν εμείς μαθητές, αλλά πολύ περισσότερο μέχρι σήμερα, ιδιαίτερα στο Λύκειο ευνοεί την αποστήθιση, τη χρησιμοθηρία, φορτώνει τα παιδιά με μεγάλο όγκο ύλης, δίνει πολύ μεγάλο βάρος στις εξετάσεις. Η δημιουργικότητα, η φαντασία, η καλλιτεχνική παιδεία, η έρευνα, το πείραμα, η χαρά της καινούριας μάθησης ασφυκτιούν υπό την «δαμόκλειο σπάθη» της ύλης. Την ίδια στιγμή τα παιδιά μας ζουν σ’ έναν κόσμο πολύ πιο άγριο απ’ αυτόν που ζήσαμε εμείς, και χρειάζονται πολύ περισσότερη στήριξη όχι μόνο σε μαθησιακό αλλά και σε συναισθηματικό επίπεδο. Πιστεύω ότι αυτό που μπορεί να κάνει το σχολείο είναι να λειτουργεί σαν μια μεγάλη οικογένεια (γονείς – μαθητές – δάσκαλοι) κι αυτό είναι ευθύνη και εμάς των δασκάλων. Εμείς είμαστε μέσα στην τάξη, συνυπάρχουμε με τα παιδιά και στο διάλειμμα, στην εκδρομή, στις γιορτές, το δικό μας παράδειγμα είναι καθοριστικό. Είναι βασικό να μην οδηγούμε τα παιδιά από το χέρι στην ενήλικη ζωή, και μετά να τους λέμε «τώρα είσαι μόνος σου, παρακαλώ να περάσουν οι επόμενοι». Με αλληλοσεβασμό, αλληλεγγύη, αμοιβαία εμπιστοσύνη, πρέπει να μεγαλώνουμε ελεύθερους, σκεπτόμενους ανθρώπους που έχουν δύναμη, αυτοεκτίμηση, αλτρουισμό, και με θέληση κυνηγούν τα όνειρά τους.

  1. Το 2004 έγραψες τα κείμενα για το λεύκωμα του Κοργιαλενείου Ιδρύματος «Η παλαιά Κεφαλονιά – ένας ατέλειωτος Αύγουστος», όπου παρουσιάζεται το προσεισμικό Αργοστόλι μέσα από τα μάτια μιας φανταστικής ηρωίδας, της Χριστίνας, την 9η Αυγούστου 1953, οπότε σημειώθηκε ο πρώτος από τους τρεις καταστροφικούς σεισμούς που ισοπέδωσαν το νησί. Πόσο πιστεύεις ότι η σεισμική ιδιαιτερότητα του τόπου μας επηρεάζει τους ανθρώπους που κατοικούν σε αυτά, όχι μόνο σε επίπεδο οικονομικό, που αυτό είναι προφανές, αλλά κυρίως σε επίπεδο πνευματικό; Και ποιο θεωρείς το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα της «Συναισθηματικής Τοπιογραφίας», κατά το Δημήτρη Πικιώνη, των γειτονικών μας νησιών μας, Ζακύνθου – Κεφαλονιάς, που η μοίρα τους είναι δεμένη με τον Εγκελάδο;
Η «Παλιά Κεφαλονιά» ήταν η δική μου ευκαιρία να «περπατήσω» σε μια πόλη που δεν υπάρχει πια. Τα νησιά μας με τους σεισμούς του 1953 (αλλά και η Λευκάδα λίγα χρόνια πριν, το 1949), έχασαν αυτό που λέμε «κτισμένη κληρονομιά», η Ζάκυνθος μάλιστα βίωσε και την οδύνη της πυρκαγιάς. Αυτή η απώλεια, δυστυχώς, έχει συμβεί για τα νησιά μας κι άλλες φορές στην Ιστορία. Σαν μια συμπυκνωμένη «κοσμική» στιγμή να σαρώνει τα πάντα και να αφήνει αναλλοίωτο για πάντα το φυσικό τοπίο, απαράμιλλο και στα δυο νησιά, κάπως πιο άγριο στην Κεφαλονιά, πιο ήπιο στη Ζάκυνθο. Σ’ αυτό το αναλλοίωτο τοπίο, οι άνθρωποι χάνουν τα πάντα και τα ξαναχτίζουν από την αρχή. Το φυσικό τοπίο των νησιών μας είναι μια θεατρική σκηνή, που κάθε εκατό-διακόσια χρόνια, μετά από μια οδυνηρή αυλαία, επανακατασκευάζεται για να παιχτεί ένα καινούριο έργο. Και το παλιό έργο κατοικεί στην ψυχή όσο υπάρχουν αναμνήσεις, μνημεία του λόγου και της τέχνης – με την ιδιαίτερη γλώσσα ή τα χρώματα και τις μελωδίες των άλλων τεχνών. Το τοπίο μας λοιπόν έχει και λέξεις και ήχους.
  1. Διαβάζοντας το εξαιρετικό λεύκωμα των Γεωργίου Ν. Μοσχόπουλου- Κώστα Ευαγγελάτου: Προσωπογραφίες και Συνθέσεις (17ος -20ος αιώνας), Συλλογή Κοργιαλενείου Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου, Αθήνα 2004, μένω εντυπωσιασμένη από την προσφορά στο τόπο τους σημαντικών ευεργετών. Αναφέρω μόνο τα ονόματα του Ευάγγελου Τυπάλδου-Μπασιά (Χρηματοδότησε τον ηλεκτροφωτισμό του Ληξουρίου. Στη διάρκεια του πολέμου με χρηματικές δωρεές  είχε ενισχύσει τις συμμαχικές  δυνάμεις. Με τους καταστροφικούς σεισμούς του 1953 συνέβαλε οικονομικά στην ανοικοδόμηση των μεγαλύτερων μονών και πολλών ιερών ναών της Κεφαλονιάς, καθώς και στην ενίσχυση υποδομών: Δημαρχιακό Μέγαρο, Φιλαρμονική Σχολή, και Ματζαβινάτειο Νοσοκομείο στο Ληξούρι, Λαογραφικό Μουσείο, Οικοτροφείο Θηλέων, Ορφανοτροφείο, Επισκοπικό Μέγαρο, Λέσχη Προσκόπων στο Αργοστόλι, Πνευματικό Κέντρο στα Διλινάτα κ. ά.), της Αγνής Μεταξά (Ανέπτυξε σημαντική φιλανθρωπική δράση, ιδρύοντας συσσίτιο στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, διοργανώνοντας εράνους υπέρ φιλανθρωπικών σκοπών και πρωτοστατώντας στην ίδρυση του ορφανοτροφείου Αργοστολίου «Ο Σωτήρ». Μετά τους Σεισμούς του 1953 που κατέστρεψαν το κτήριο  του Ορφανοτροφείου η Α.Μ. διεκδικεί και πετυχαίνει την ανοικοδόμησή του, καθώς και την ίδρυση  στο ίδιο συγκρότημα Βρεφοκομείου) και του Παναγή Βαλλιάνου (Το Βαλλιάνειο Κληροδότημα στην Κεφαλονιά ενίσχυσε δραστικά την παροχή εκπαίδευσης με τη δημιουργία της Πρακτικής Γεωπονικής Σχολής Παναγή Βαλλιάνου, της Βαλλιανείου Εμποροναυτικής Σχολής στο Αργοστόλι, της Βαλλιανείου Επαγγελματικής Σχολής στο Ληξούρι, του Γυμνασίου Κεραμειών και των Σχολών Απόρων στο Αργοστόλι, στο Ληξούρι και τη Λειβαθώ. Άλλα κληροδοτήματα που του αποδίδονται είναι η Χαροκόπειος Σχολή στην Αθήνα, και η Βαλλιάνειος Βιβλιοθήκη).         Ηλία, γιατί ελλείπουν οι μορφές αυτές από τον τόπο μας σήμερα, που η  κρίση είναι  τόσο έντονη και πόσο πιστεύεις ότι είναι εφικτό μέσα από τέτοιες ιδιωτικές πρωτοβουλίες να εξέλθουμε από την δυσχερή θέση που μας αποδυναμώνει ατομικά και εθνικά.
Πραγματικά, στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα οι ευεργέτες υποκατέστησαν την έλλειψη κοινωνικού κράτους στην Κεφαλονιά και τα Επτάνησα. Η Κεφαλονιά απέκτησε νοσοκομεία, σχολεία, γηροκομείο, ορφανοτροφείο, βιβλιοθήκες χάρη στους ευεργέτες, και με λυπεί που ορισμένες φορές κάποιες ιδεοληψίες προσπαθούν να μειώσουν την αξία αυτής της συμβολής. Μετά τους σεισμούς του 1953 είχαμε στην Κεφαλονιά μια δεύτερη γενιά ευεργετών που συνέβαλε αποφασιστικά στην ανοικοδόμηση του νησιού. Σήμερα πιστεύω ότι οι λόγοι που σπανίζουν αυτές οι πρωτοβουλίες είναι σύνθετοι. Στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα ισχυροποιήθηκε το κοινωνικό κράτος και περάσαμε από τη φάση της φιλάνθρωπης ευεργεσίας στην οργανωμένη παρέμβαση της πολιτείας υπέρ της κοινωνίας, η οποία είναι στην Ελλάδα και συνταγματική υποχρέωση του κράτους. Δυστυχώς το κοινωνικό κράτος υποχωρεί όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε όλη την Ευρώπη και αναζωπυρώνεται αυτή η ανάγκη ίσως όχι για νέους ευεργέτες, αλλά πλέον για αξιόπιστες συλλογικές πρωτοβουλίες με ανθρωπιστικό, κοινωνικό και πολιτιστικό περιεχόμενο, μέσα από τις οποίες οι άνθρωποι θα αισθάνονται ασφάλεια να διαθέσουν τα χρήματά τους, θα ξέρουν ότι θα πιάσουν τόπο και δεν θα διασπαθιστούν. Από την άλλη, και το κράτος δεν μπορεί να παραμένει αμέτοχο, δεδομένου ότι η ιδιωτική πρωτοβουλία μπορεί να δημιουργήσει υποδομές, αλλά είναι δύσκολο να τις συντηρήσει, μια και εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να λειτουργήσουν με τους νόμους της αγοράς.
  1. Ηλία μου, πόσο πιστεύεις ότι το ελληνικό σχολείο βοηθάει στον επιτυχή επαγγελματικό προσανατολισμό του νέου; Η δική σου διόλου ευκαταφρόνητη «συλλογή» πτυχίων, σε συνδυασμό με την εργασιακή  ποικιλία,  με κάνει να σκεφτώ, ότι η δική σου οικογένεια  σου έδωσε πραγματική ελευθερία να ψάξεις και να ψαχτείς σε τόσο διαφορετικούς τομείς. Είμαστε ώριμοι σαν κοινωνία να αποδεχτούμε αυτή την επαγγελματική εναλλαγή; Μήπως αυτή ακριβώς μας οδηγεί στην ατομική ευτυχία;
Στο ελληνικό σχολείο, και παρά τις πολύ φιλότιμες προσπάθειες που κάνουν τα Κέντρα Συμβουλευτικής και Προσανατολισμού, είναι εξαιρετικά δύσκολο τα παιδιά να έχουν έναν επιτυχή επαγγελματικό προσανατολισμό. Αυτό που είναι το πιο δύσκολο απ’ όλα, και που κι εγώ σαν παιδί δεν μπόρεσα να αποδεχτώ ποτέ, είναι ότι στα 18 δεν είναι δυνατόν να πάρεις αποφάσεις για όλη σου τη ζωή. Όσον αφορά εμένα, πιστεύω ότι στη ζωή στάθηκα εξαιρετικά τυχερός. Οι γονείς μου δεν προσπάθησαν ποτέ να με επηρεάσουν και αποδέχτηκαν όλες μου τις επιλογές. Και κάθε φορά που έκλεινε μια πόρτα, άνοιγε μια καινούρια, χωρίς να καταβάλω μεγάλες προσπάθειες. Αυτές οι εναλλαγές είχαν βέβαια το τίμημά τους, αφού πρέπει κάθε τόσο να ξεκινάς από το μηδέν, αλλά όπως είπαμε και παραπάνω, Επτανήσιοι είμαστε, από το DNA μας ξέρουμε να τα χάνουμε όλα και να τα ξαναχτίζουμε. Φοβάμαι ότι στη σημερινή εποχή οι περισσότεροι θα είμαστε αναγκασμένοι να αλλάζουμε δουλειές στη ζωή μας, και σίγουρα δεν είναι αυτές οι αλλαγές πάντα εισιτήριο για την ευτυχία.  Αυτές οι περιπλανήσεις έχουν την ομορφιά τους, αλλά η ευτυχία βρίσκεται στους ανθρώπους που αγαπάμε. Είναι σημαντικό να αγαπάς τη δουλειά σου και να νιώθεις ότι προσφέρεις, αλλά δεν νομίζω ότι συγκρίνεται με την ευτυχία που νιώθει κανείς όταν βλέπει τα παιδιά του να μεγαλώνουν.  Όσοι είστε γονείς, σίγουρα το ξέρετε καλά αυτό.
  1. Το 2003 κυκλοφόρησε από το Κοργιαλένειο Μουσείο η μελέτη σου «Ιππηλάσιον-Γκιόστρα, άθλημα και θέαμα στα βενετοκρατούμενα Επτάνησα». Τα τελευταία χρόνια η αναβίωση του δρωμένου αυτού έχει πάρει μεγάλη αίγλη στη Ζάκυνθο. Με τι τρόπους η αναβίωση τέτοιων ιστορικών αναπαραστάσεων βοηθά στην σωστή γνώση της Ιστορίας του τόπου μας και πόσο εύκολο είναι να ξεφύγει και να γίνει καρναβαλική  επίδειξη;
Χαίρομαι που η Γκιόστρα αναβίωσε στη Ζάκυνθο, και λυπάμαι που δεν έχω καταφέρει ποτέ να έρθω, παρότι έχω προσκληθεί. Οπότε δεν έχω προσωπική εμπειρία, κι αυτό που θα πω έχει να κάνει όχι με τη γκιόστρα καθαυτήν, αλλά συνολικά με τις «αναβιώσεις». Για μένα αυτό που είναι σημαντικό είναι ένα δρώμενο να ξαναγίνει αυθεντικό κομμάτι της ζωής των ανθρώπων της τοπικής κοινωνίας, και όχι απλά μια τουριστική ατραξιόν. Στα νησιά, το ζούμε στην Κεφαλονιά και φαντάζομαι και στη Ζάκυνθο, παρατηρούμε το καλοκαίρι μεγάλο αριθμό πολιτιστικών εκδηλώσεων, με πολλά «δρώμενα» ενταγμένα σ’ αυτές, ενώ το χειμώνα πέφτουμε σε μια ιδιότυπη «χειμερία νάρκη». Είναι λογικό από τη μία, καθώς οι καλοκαιρινοί επισκέπτες είναι πολλοί, αλλά και λίγο θλιβερό από την άλλη, γιατί, κακά τα ψέματα, όποιος θέλει να δει την πραγματική ζωή στα νησιά μας καλό είναι να έρθει τον Νοέμβριο ή τον Φεβρουάριο. Στο βαθμό λοιπόν που η τοπική κοινωνία συμμετέχει στα δρώμενα και τα χαίρεται εξίσου με τους επισκέπτες και σ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, νομίζω ότι αξίζουν αυτές οι προσπάθειες.
  1. Το επόμενο Πανιόνιο Συνέδριο το ετοιμάζει η Κεφαλονιά. Είμαι σίγουρη ότι θα παίξεις σε αυτό ενεργό ρόλο. Ποια είναι η γνώμη σου για την πανεπτανησιακή πνευματική ένωση των νησιών  μέσα από τέτοιους θεσμούς και τι προσδοκάς  για το υπό οργάνωση Πανιόνιο Συνέδριο;
Είναι μεγάλη τιμή για την Κεφαλονιά, και την Εταιρεία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, να διοργανώσει, για δεύτερη φορά μετά το 1986, το IA’ Πανιόνιο Συνέδριο. Τα Πανιόνια Συνέδρια είναι ακριβώς αυτό που είπες, συναντήσεις και συζητήσεις ουσιαστικές, επιστημονικές των Επτανησίων λογίων και όσων αγαπούν και μελετούν τα Επτάνησα. Είναι ανάγκη να κρατάμε ανοιχτή την «συνομιλία» μεταξύ μας οι Επτανήσιοι, έχουμε τόσα πολλά που μας ενώνουν κι αυτό το νιώθουμε όταν βρισκόμαστε σε κάποιο άλλο από τα νησιά: παρά τις ιδιαιτερότητές μας συνειδητοποιούμε πόσο έκδηλη είναι και η «συγγένειά» μας. Η ευθύνη για το Πανιόνιο Συνέδριο είναι μεγάλη, όμως η Εταιρεία έχει την εμπειρία και πιστεύουμε ότι θα υπερνικήσουμε τις δυσκολίες που φέρνει η παρούσα οικονομική συγκυρία, αλλά και οι «τραυματισμένες»  ακόμη υποδομές του νησιού από τους δίδυμους σεισμούς του 2014, και θα οργανώσουμε ένα συνέδριο αντάξιο της ιστορίας του και των νησιών μας.


  1. Ηλία, ποια είναι τα επόμενα συγγραφικά σου σχέδια;  
Στους επόμενους μήνες θα κυκλοφορήσει ένας ακόμη τόμος με μικρές ιστορίες, και πάλι από τις εκδόσεις «Αιγιαλός», με τίτλο «Η ψυχή μιας καληνύχτας». Η μικρή φόρμα του διηγήματος ή του δοκιμίου που μοιάζει με παραμύθι μ’ έχει κερδίσει, αλλά δεν σου κρύβω ότι θα ‘θελα να πειραματιστώ και με άλλα πράγματα. Στα απώτερα σχέδια είναι και η έκδοση της διδακτορικής διατριβής μου για τον Μπάμπη Άννινο. Από κει και πέρα, όταν εμείς κάνουμε σχέδια, ο θεός γελάει… Για μας τους dilettanti επτανήσιους, το γράψιμο είναι χαρά, όχι επάγγελμα, οπότε η έμπνευση έρχεται αβίαστα, όποτε θέλει εκείνη…

Ηλία, σ΄ευχαριστώ!!!!
Κι εγώ σ’ ευχαριστώ πολύ Κατερίνα!

Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Τέχνης Λόγια", Νο 11 / 5111 / 16.12.2015, που διανέμεται 
με την εφημερίδα "ΗΜΕΡΑ ΖΑΚΥΝΘΟΥ"

 




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου