Τετάρτη 15 Μαρτίου 2017

Mαρίας Φιορεντίνου, ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΖΑΚΥΝΘΙΝΗ ΚΟΥΖΙΝΑ: «Από το χειρόγραφο στον πάγκο της κουζίνας μας. Η περιπέτεια της συγγραφής ενός προλόγου…».

Από την παρουσίαση του βιβλίου την Τετάρτη 15-3-2017,  στο Πνευματικό Κέντρο Ζακύνθου. Διοργάνωση "Μανώλιες".

Πέρασαν κιόλας οκτώ χρόνια από την πρώτη έκδοση (2009)  του βιβλίου της καλής φίλης Μαρίας Φιορεντίνου  και  η αποψινή εκδήλωση θα μπορούσε από κάποιον να θεωρηθεί περιττή, αφού ο τόμος -καθώς περί τόμου ολόκληρου πρόκειται-, έχει πάρει ήδη θέση στο ράφι της βιβλιοθήκης μας.
Απόψε όμως, Αγαπητοί Φίλοι, κατά τη γνώμη μου, δεν κάνουμε παρουσίαση.
Κάνουμε μια επαλήθευση της χρηστικότητας μιας λαογραφικής πρωτίστως μελέτης, που η αντοχή της στο χρόνο, τεχνηέντως μασκαρεμένη πίσω από το «έγραψα ένα βιβλίο για τη μαγειρική της Ζακύνθου»  της Μαρίας, έχει δοκιμαστεί.
Έχει δοκιμαστεί η διαχρονικότητά του μέσα στις κατσαρόλες-παδέλες και τα τηγάνια μας.
Έχει δοκιμαστεί η αξιοπιστία του μέσα από την επιτυχημένη επανάληψη δεκάδων συνταγών.
Έχει δοκιμαστεί η αλήθεια του πλούσιου περιεχομένου του, που λόγω της διάρθρωσής του, πάντα έχει κάτι να μας πει, κάπου να μας καθοδηγήσει, σε κάθε εποχή του χρόνου, σε κάθε γιορτή και σκόλη.
Και αυτή ακριβώς τη χρηστικότητα διέγνωσα όταν πήρα το χειρόγραφο στα χέρια μου και ανέλαβα με χαρά την συγγραφή του προλόγου.
Άλλωστε κάθε βιβλίο, είτε πρόκειται για λογοτεχνικό είτε πρόκειται για επιστημονικό είτε πρόκειται ακόμα και για μια βιογραφία, ένα ημερολόγιο, μια ποιητική συλλογή, έναν τσελεμεντέ, από τη σχέση του με το χρόνο κρίνεται.
Έτσι λέμε πως η Μαρία, κέρδισε το στοίχημα με το χρόνο, αφού η «Παραδοσιακή Ζακυνθινή Κουζίνα» της, κατάφερε μέσα στα χρόνια που πέρασαν, να αποκτήσει αρκετούς σελιδοδείκτες στις αγαπημένες συνταγές, πολλές βραδιές ανάγνωσης συντροφιά με τα παιδιά για να γνωρίσουν τα έθιμά μας, και -γιατί να το κρύψω;- κάμποσες λαδιές σε επίμαχες σελίδες.
Έτσι ξαναγυρίζοντας με συγκίνηση σε εκείνο το πρωινό, που ντροπαλά μου άφησε το χειρόγραφο πάνω στο γραφείο μου,  ενθυμούμαι αυτό που πρώτα της είπα: «Μαρία, αυτό το βιβλίο είναι πάρα πολλά. Από πού να το πιάσει κανείς;».
Και όταν ξεφυλλίζοντάς το, έβλεπα σε κάθε σελίδα του, το πάθος και την αγάπη της για τον τόπο μας, ένιωσα ότι ακόμα και  μέσα στην Κουζίνα ή για να το πω πιο σωστά, πρωτίστως μέσα στην Κουζίνα, μπορεί κανείς να γράψει τις ωραιότερες σελίδες της ζωής του.
Στα χρόνια που πέρασαν, αυτή η πρώτη εντύπωση, επιβεβαιώθηκε.
Το βιβλίο της Μαρίας είναι υπεύθυνο για μερικά από τα επιπλέον κιλά μου, αλλά μου τα συγχωρώ γιατί είναι επίσης υπεύθυνο και για μερικές από τις πιο απολαυστικές σελίδες του βιβλίου της ζωής μου.
Γι’ αυτό προτού σας αφήσω, θα σας διαβάσω τον πρόλογό μου σε αυτό, που βγήκε αβίαστα, μια απολαυστική νύχτα, μέσα από τη μάχη μου με δεκάδες πυκνογραμμένες χειρόγραφες σελίδες:

Είναι αλήθεια πως ο τίτλος ενός βιβλίου είναι πολλές φορές, εκτός από προσδιοριστικός του θέματος, και ικανός να ελκύσει τον αναγνώστη να το ξεφυλλίσει.
Όταν πρόκειται μάλιστα για βιβλίο που αφορά τη μαγειρική, στις εποχές των ισχνών αγελάδων που διανύουμε, σίγουρα και μόνο η εξαιρετική εικονογράφηση, με τις γαργαλιστικές φωτογραφίες πεντανόστιμων πιάτων (κατά το: «φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά περίδρομο»), είναι ικανός λόγος να μας κάνει να το κρατήσουμε λίγο περισσότερο!
Τι είναι όμως αυτό που κάνει το συγκεκριμένο βιβλίο, της Μαρίας Φιορεντίνου, άξιο της προσοχής μας και για τούτο προτεινόμενο για μία ξεχωριστή θέση σε κάθε βιβλιοθήκη; Είναι το επίθετο «παραδοσιακή», που το κάνει να ξεχωρίζει ή μήπως το τοπικό προσδιοριστικό «ζακυνθινή»;
Σπεύδουμε ν’ απαντήσουμε ότι είναι και τα δύο, αλλά και κάτι περισσότερο απ’ αυτά.
Είναι το περιεχόμενο που εκφράζουν οι συγκεκριμένες λέξεις, που στις μέρες μας έχουν παρεξηγηθεί.
Και εννοούμε ότι με τον όρο "παραδοσιακή" κουζίνα η κ. Φιορεντίνου δεν εννοεί ένα στείρο και απαρχαιωμένο τρόπο παρασκευής και εκτέλεσης της τροφής, αλλά χρησιμοποιώντας τα αγνά υλικά του τόπου της, δημιουργεί φαγητά που δίνουν χαρακτήρα και ποιότητα στην αντίληψη για το χρόνο, την πιο δυσνόητη έννοια στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Είναι άλλωστε γνωστό ότι ο χρόνος στη λαϊκή αντίληψη δεν είναι μια έννοια αφηρημένη, μαθηματική. Ο χρόνος για το λαό είναι το περιεχόμενό του, είναι η εμπειρία του. Όταν ο γεωργός λέει: «είχαμε καλή χρονιά φέτος», εννοεί «πως είχαμε καλή σοδειά».
Με  μεθοδικότητα λαογράφου, η κ. Φιορεντίνου και αξιοποιώντας προφορικές μαρτυρίες και γραπτές πηγές, δίνει μια ολοκληρωμένη εικόνα του πλούσιου Χριστιανικού εορτολογίου, όπως αυτό εορτάζεται στη Ζάκυνθο, που περιλαμβάνει δεκάδες γνωστές και άγνωστες γιορτές, γύρω από τις οποίες οργανώθηκαν εκδηλώσεις με άξονα και μέσο την τροφή, επινοήθηκαν συνταγές, μαγειρεύτηκαν φαγητά, δημιουργήθηκαν «αντέτια».
Το δεύτερο προσδιοριστικό επίθετο του τίτλου είναι σχετικό με τον τόπο προέλευσης των συνταγών.
Και εδώ η κ. Φιορεντίνου πρωτοτυπεί, αφού είναι το μοναδικό στο είδος του βιβλίο με συνταγές από τη Ζάκυνθο (συνολικά μετρώνται στα δάχτυλα του ενός χεριού), που απλώνεται, όχι μόνο στα τυπικά φαγητά της Ζακυνθινής κουζίνας που συναντάμε στις παραθαλάσσιες τουριστικές ταβέρνες, αλλά και στα φαγητά του Κάμπου και της Ορεινής Ζακύνθου, δίνοντας έτσι στο βιβλίο και ένα γεωγραφικό προσδιοριστικό χαρακτήρα, που όχι μόνο δεν περιορίζει, αλλά αντίθετα βοηθάει να κατανοήσουμε καλύτερα τη Ζακυνθινή Φύση και Ψυχή.
Με αναφορές σε λογοτεχνικά κείμενα, όπου συναντώνται συνταγές, αλλά και με την περιγραφή των σκευών παρασκευής τους, το βιβλίο ξεπερνά το χαρακτήρα ενός βιβλίου- οδηγού για το επόμενο τραπέζι μας.
Γίνεται ένα ευκολοδιάβαστο ανάγνωσμα για κάθε ηλικία και φύλο, που μας τέρπει, μας ερεθίζει, μας συγκινεί και με απλό τρόπο μας διδάσκει το σεβασμό στην τροφή και κατ’ επέκταση στη ζακυνθινή, την ελληνική φύση, που απλόχερα μας έχει ευλογήσει με τα δώρα της.
Και όλα  αυτά σ’ ένα έξοχο περιτύλιγμα, που σφραγίζεται από την αισθητική της συγγραφέως.
Με πολλή χαρά και συγκίνηση ξεφυλλίσαμε το χειρόγραφο. Τώρα που το βιβλίο έχει ολοκληρωθεί, ευχή μας να μη λείψει από καμιά βιβλιοθήκη.

Σας ευχαριστώ.