Τετάρτη 5 Αυγούστου 2015

Συνέντευξη του Νίκου Μεγαδούκα στην Κατερίνα Δεμέτη



Το να κάνεις συνέντευξη στον Νίκο Μεγαδούκα μοιάζει λίγο πολύ με το να ανοίγεις το «Κουτί της Πανδώρας», αφού ξέρεις ότι μιλάς με έναν άνθρωπο, που στην καριέρα του ως πολιτικός συντάκτης από το 1982, «καλύπτοντας» δημοσιογραφικά Προέδρους Δημοκρατίας, πρωθυπουργούς, υπουργούς των Εξωτερικών και αρχηγούς κομμάτων, είδε, άκουσε και γνώρισε από κοντά, όλα τα πρόσωπα που έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην πολιτική σκηνή του τόπου μας, τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες.
Από την άλλη, έχεις απέναντί σου και τον καλό φίλο, που το εύρος της κοινωνικής του εμπειρίας, σε έβγαζε συχνά από διλήμματα προσωπικά και σε προσάρμοζε ενίοτε «ανώμαλα» στα όσα επρόκειτο να γευτείς στην εκάστοτε επιλογή σου.
Ο ενικός επιβαλλόμενος και όχι επιφανειακός…

Ερωτήσεις: 

1. ΕΡΩΤΗΣΗ: Νίκο, επέλεξες τη «δημοσιογραφία της πένας», κυρίως ως πολιτικός συντάκτης στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων και για πολλά χρόνια στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη» του πάλαι ποτέ συγκροτήματος Γιάννη Βελλίδη, αλλά και ως αρθρογράφος στην εφημερίδα «Ελευθερία» της Λάρισας και ως ανταποκριτής της κυπριακής εφημερίδας «Ο Πολίτης». 
Παρ’ ότι εργάστηκες και στο ραδιόφωνο, στην Αθήνα, την Κύπρο και την Αυστραλία, γιατί αποφάσισες να κρατηθείς μακριά από τη δημοσιογραφία της τηλεόρασης των ιδιωτικών καναλιών, εμμένοντας στην έντυπη δημοσιογραφία;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Όταν ξεκίνησα τη δημοσιογραφία στην αρχή της δεκαετίας του ’80 υπήρχαν μόνο οι εφημερίδες και μάλιστα με πολύ μεγάλες κυκλοφορίες, κάποια σοβαρά πολιτικά περιοδικά (και φυσικά μόνον η ΕΡΤ) κι ήταν για μένα ξεχωριστό προνόμιο να έχω ως συναδέλφους, καταξιωμένους πολιτικούς συντάκτες, όπως ο Καμβύσης, ο Παπαγεωργίου, ο Φάτσης, ο Χρυσοστομίδης, ο Μαυροϊδής, αλλά και ο Α. Ζούλας, ο Βασίλης Τζανετάκος, ο Βότσης, ο Μανωλάκος, για να αναφέρω κάποιους ενδεικτικά, από τους οποίους έμαθα πολλά, πάνω δε απ’ όλα έμαθα να σέβομαι την είδηση και να μην προδίδω ποτέ την πηγή της είδησης ή της πληροφορίας. Όταν μετά το 1989 είχαμε την «έκρηξη» των ιδιωτικών τηλεοράσεων (η λειτουργία τους συνεχίζεται μέχρι σήμερα δίχως κανόνες και πλαίσιο) και των ραδιοφώνων και στη συνέχεια του διαδικτύου, το πράγμα (μετά τον αρχικό ενθουσιασμό) άρχισε να ξεφεύγει. Να χάνονται οι όποιοι οι κανόνες και φυσικά η δεοντολογία.
Δεν ισχυρίζομαι πως παλιότερα οι εφημερίδες κινούνταν πάντα εντός κάποιου κοινά παραδεκτού πλαισίου, ούτε ότι δεν εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα των ιδιοκτητών τους. Αλλά όσο περνάει ο καιρός εδραιώνεται η πεποίθηση πως τα ΜΜΕ δεν λειτουργούν τόσο για την ενημέρωση της κοινωνίας, όσο κυρίως για την εξυπηρέτηση των πάσης φύσεως (εκτός αυτών στα ΜΜΕ) επιχειρηματικών συμφερόντων των ιδιοκτητών τους.
Ήταν, συνεπώς, για μένα πολύ δύσκολο να μπορέσω να «παίξω» (παρά τις κατά καιρούς προτάσεις που μου έγιναν) σε ένα τέτοιο «σύστημα» εξουσίας και διαπλοκής, που ερχόταν σε σύγκρουση με τους προσωπικούς ηθικούς και αξιακούς κώδικες. Άσε δε που δεν ανήκω στη χορεία εκείνη των ανθρώπων που ενδιαφέρονται είτε να αποκτήσουν 5 λεπτά δημοσιότητας ή να παίξουν ρόλο στο διαμορφωμένο πια star system.

2. ΕΡΩΤΗΣΗ: Διάβασα σε ένα κείμενό σου για τον Ανδρέα Χριστοδουλίδη, για χρόνια διευθυντή σου στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, με αφορμή τα τρία χρόνια από το θάνατό του, μια φράση του: «Σ’ έναν κόσμο που αλλάζει, όπως είναι ο σημερινός, με τόσο δραματικές ταχύτητες, η ακινησία δεν ταιριάζει. Είσαι ετοιμόρροπος όταν όλα αλλάζουν και κινούνται γύρω σου και εσύ προσπαθείς να μείνεις ακίνητος». Και θα ήθελα να σε ρωτήσω, με ποιον τρόπο μπορούν τα ΜΜΕ να αντισταθούν στη «δημοσιογραφία της αγοράς»;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ : Όσο κι αν ο μακαρίτης ο Χριστοδουλίδης έχει δίκιο ως θέση αρχής, το θέμα είναι αν μπορείς και αν έχεις την προσαρμοστική ικανότητα να ακολουθήσεις όλα αυτά που κινούνται γύρω σου, δίχως συγκεκριμένη κατεύθυνση, δίχως κανόνες, που κινούνται σε έναν περίεργο στροβιλισμό, ο οποίος – φοβούμαι – δεν εμπεριέχει ούτε όραμα, ούτε προοπτική. Κινούνται για να κινούνται και αναπαράγουν μιαν υπαρκτή παρακμή, όπως, άλλωστε, τη βιώνουμε να εδραιώνεται σε όλες τις εκφάνσεις του πολιτικού, οικονομικού, κοινωνικού και πολιτιστικού μας βίου. Και σε έναν τέτοιο «τζόγο», όπου ο καθείς λέει ό,τι του καπνίσει, όπου η κάθε κουβέντα του καφενείου σαν αρχίσει να μεταδίδεται  δια του διαδικτύου αποκτά μια δυναμική αλήθειας, έστω και αν αργότερα αποδειχθεί ότι είναι ψεύδος, λυπάμαι, αλλά δεν μπορώ να παίξω.  

3. ΕΡΩΤΗΣΗ: Τι θα συμβούλευες έναν δεκαοκτάχρονο που θα τέλειωνε τώρα το σχολείο και θα ήθελε να ακολουθήσει τη δημοσιογραφία;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: «Ο κόσμος είναι ζόρικος /κι εμείς ασθενικοί/ και ό,τι πούμε /το παίρνει η βουή», έλεγε ο Σαββόπουλος. Επειδή, λοιπόν, ο κόσμος είναι ζόρικος και κυρίως επειδή δεν μ’ αρέσει να μιλάω ως σοφός γέρων από καθέδρας, ο οποίος δίνει συμβουλές, ισχυρίζομαι πως, αν κάποιος θέλει κάτι, μπορεί να πετύχει. Αλλά, επειδή είμαστε κι ασθενικοί, ισχυρίζομαι πως αυτός που θα θελήσει να ακολουθήσει τη δημοσιογραφία – ειδικά στις μέρες μας - δεν θα πρέπει να παρασυρθεί από το φαίνεσθαι και από «τα 5 λεπτά δημοσιότητας», πρωτίστως δε οφείλει να αποκτήσει Παιδεία, Αισθητική και πάνω απ’ όλα γερό στομάχι…

4. ΕΡΩΤΗΣΗ: Πιστεύεις ότι ο φιλελληνισμός παρελθόντων εποχών, θα μπορούσε να αποτελέσει παράδειγμα για τους σύγχρονους δανειστές, μνημονιακούς και «εταίρους» μας;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Φοβούμαι πως ο φιλελληνισμός παρελθόντων ετών είναι παράδειγμα προς αποφυγήν για τους σύγχρονους δανειστές της χώρας. Και αυτό το βλέπουμε… Υποστηρίζω δε πως τα προβλήματα των κρατών σήμερα δεν λύνονται (όπως άλλωστε και στο παρελθόν) με τέτοιους όρους. Οι φιλέλληνες κατά το 1821 εκδήλωσαν την δική τους προσωπική και ατομική στάση απέναντι στην  Επανάσταση, οι περισσότεροι δε εξ αυτών ήταν ενταγμένοι ή φίλα προσκείμενοι σε ιδεολογικά και επαναστατικά ρεύματα της εποχής τους. Ωστόσο, αυτή η ατομική στάση των φιλελλήνων δεν απέτρεψε ούτε συμμαχίες κατά των εξεγερμένων Ελλήνων, αλλά ούτε και ετεροβαρή εις βάρος της Ελλάδας δάνεια. Και σε τελική ανάλυση είναι δεδομένο πως φιλίες μεταξύ των κρατών δεν υπάρχουν, αλλά μόνο συμφέροντα κυρίαρχων (κατά καιρούς) ελίτ και τάξεων…

5. ΕΡΩΤΗΣΗ: Η μνήμη διέπεται από το συναίσθημα. Θυμόμαστε περισσότερο και καλύτερα τα γεγονότα που μας συγκινούν. Με αυτό το πρίσμα, ποια είναι για σένα η ονειρεμένη πατρίδα σου; Τη συναντάς στη σημερινή Ζάκυνθο;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Το ερώτημά σου, Κατερίνα μου, εμπεριέχει παγίδα και δεν θα ήθελα να πέσω μέσα. Άλλο η μνήμη και το συναίσθημα που ενίοτε την υποκινεί και άλλο το όνειρο. Εξ άλλου «κάθε πρωί καταργούμε τα όνειρα» που λέει κι ο Αναγνωστάκης ο Μέγας. Δεν ξέρω αν υπάρχει πια ονειρεμένη πατρίδα, όχι φυσικά δια της μνήμης, αλλά δια της πραγματικότητας και της αισθητικής. Το τοπίο και οι μνήμες από τη Ζάκυνθο παραμένουν ζωντανές, όσο παραμένουν ζωντανοί κι οι λιγοστοί παιδικοί μου φίλοι στο νησί, που (μου) τη θυμίζουν, όταν (περισσότερο εκείνοι) αναδιφούν σε παλιές παιδικές ιστορίες… Κι όλ’ αυτά κάποια στιγμή θα καταλήξουν «σαν όλους τους νεκρούς που λησμονιούνται», όπως λέει και ο Λόρκα, στο «Θρήνο για τον Ιγνάτιο Σάντσεθ Μεχίας».

6. ΕΡΩΤΗΣΗ: Πού ζουν σήμερα ο Άγγελος Αξιώτης που προσπαθούσε να ερμηνεύσει κρυμμένους κώδικες, η ερωμένη του η Χριστίνα με τα αγορίστικα μαλλιά και οι υπόλοιποι ήρωες του πολιτικού μυθιστορήματός σου «Ο τάφος του Κικέρωνα» (Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη, 2000 και Β΄ έκδοση: Περίπλους 2011); Και κάτι ακόμη… Θεωρείς την πλοκή του βιβλίου σου προφητική για την ιστορική πραγματικότητα των Βαλκανίων, δεκαπέντε χρόνια μετά;

 
To εξώφυλλο της α΄και β΄έκδοσης του βιβλίου του Νίκου Μεγαδούκα.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ο Άγγελος Αξιώτης, έτσι εμμονικός που ήταν με το αξιακό του σύστημα, είναι βέβαιο πως αν δεν ψάχνει κάπου «κρυμμένα μυστικά και ντοκουμέντα» ίσως να βρίσκεται ο ίδιος κρυμμένος ή να προσποιείται τον παραμένοντα εν συγχύσει αθώο! Οι άλλοι ήρωες του βιβλίου έχουν ξεφύγει πια από το δημιουργό τους, όσοι δε εξ αυτών, που αποτέλεσαν τη βάση για τη δημιουργία τους, δεν έχουν πεθάνει, είναι βέβαιο ότι έχουν  ακολουθήσει το δικό τους δρόμο, ερήμην  του συγγραφέα ή και ενάντια σ’ αυτά που ο συγγραφέας ήθελε να νομίζει γι’ αυτούς…
Όσον αφορά τα Βαλκάνια, το σενάριο του βιβλίου μπορεί να μην υλοποιήθηκε (αν και τότε υπήρχε ως σχεδιασμός σε κάποια κέντρα αποφάσεων), αλλά δεν νομίζω πως η προσπάθεια ενσωμάτωσης των χωρών της περιοχής στην Ευρώπη έλυσε τα οικονομικά και τα κοινωνικά προβλήματα των λαών τους. Ας μην λησμονούμε το λεχθέν από τον πολύ Πόουλ Τόμσεν του ΔΝΤ ότι η Ελλάδα ανήκει στα Βαλκάνια και όχι στην Ευρώπη και συνεπώς «καλά είναι» ένας μισθός 300 ευρώ…Τα δε πρόσφατα γεγονότα στην ΠΓΔΜ (Κουμάνοβο) δείχνουν ότι η βαλκανική ισορροπία παραμένει ακόμη εύθραυστη…

7. ΕΡΩΤΗΣΗ: Πόσο σημαντικό είναι το χιούμορ στη ζωή σου;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ισχυρίζομαι πως είναι σημαντικό και προσπαθώ να το διατηρώ σε πείσμα των θλιμμένων καιρών μας, όπως προσπαθώ να διατηρώ τον αυτοσαρκασμό και ενίοτε μια αριστοφανική προσέγγιση των πραγμάτων. Το θέμα είναι πως δεν ξέρω αν φτάνει το χιούμορ και αν γίνεται αντιληπτό ή ακόμη κι αν δεν παρερμηνεύεται.

8. ΕΡΩΤΗΣΗ: Από ποιο πρόσωπο θα ήθελες να πάρεις συνέντευξη και δεν το έχεις κάνει ακόμα;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Αν περίμενες -  ίσως από δική μου επαγγελματική διαστροφή - να σου πω για κάποιο πολιτικό πρόσωπο, θα σε απογοητεύσω! Δυστυχώς, αυτήν τη συνέντευξη που θα ήθελα δεν θα μπορέσω να την πάρω. Γιατί ο Ισπανός συγγραφέας  Χόρχε Σεμπρούν, που είναι κι αγαπημένος μου, δεν ζει πια (1923 – 2011). 

9. ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιο βιβλίο θα μου πρότεινες να διαβάσω;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Το «Ταξίδι στην άκρη της νύχτας» του Λουί Φερντινάν Σελίν. Ένα βιβλίο που οι κριτικοί, ήδη από το 1932, το χαρακτήρισαν άλλοι ως αριστούργημα, άλλοι ως ανοσιούργημα, άλλοι ως μνημειώδες και απάνθρωπο κι άλλοι πάλι ως υψηλό και τραγικό.

10. ΕΡΩΤΗΣΗ: Υπάρχει ελπίς;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ακόμη κι αν υποθέσουμε πως δεν υπάρχει, θα πρέπει να την ανακαλύψουμε ώστε να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε την προϊούσα παρακμή και τον εδραιωμένο στις συνειδήσεις «ωχαδερφισμό» μας…

Σε ευχαριστώ!

Το παρόν δημοσιεύτηκε και στο πολιτιστικό ένθετο "Τέχνης Λόγια" , τεύχος Νο 2, της εφημερίδας ΗΜΕΡΑ ΖΑΚΥΝΘΟΥ, Τετάρτη 5.8.2015, αρ. φύλλου 5030.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου