Αγαπητοί
Φίλοι,
Ένα από
τα πιο δημοφιλή έργα του τιμημένου με Νόμπελ Λογοτεχίας το 1934 Σικελού
θεατρικού συγγραφέα Λουίτζι Πιραντέλλο (1867-1936) , που θέτει με πολύ έξυπνο τρόπο το ζήτημα της σχετικότητας
της "αλήθειας", είναι το «Έτσι
είναι (αν έτσι νομίζετε)».
Στο έργο αυτό, που
παίχτηκε για πρώτη φορά το 1917, η δράση τοποθετείται σε ένα κλειστοφοβικό
περιβάλλον, με τους ήρωες να προσπαθούν να αποδείξουν- ο καθένας για τον εαυτό
του - την αλήθεια των αντιφατικών ιστοριών τους, προκειμένου να ικανοποιήσουν
τη νοσηρή περιέργεια και την χωρίς όρια αδιακρισία της κοινής γνώμης για
οτιδήποτε ξεφεύγει από τα καθιερωμένα.
Στην
δραματουργία του Πιραντέλλο δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια, παρά μόνο ένα παιχνίδι
ρόλων και «η ανάγκη να εξαπατούμε αδιάκοπα τον εαυτό μας δημιουργώντας μία πραγματικότητα- μία
για τον καθένα και ποτέ την ίδια για όλους-, που αποδεικνύεται κάθε τόσο μάταιη
και φανταστική», όπως γράφει ο ίδιος ο συγγραφέας.
Αυτές
οι σκέψεις με κυρίεψαν όταν ήρθε στα χέρια μου το βιβλίο του Θωμάγγελου.
Και
εξηγούμαι:
«Το δωμάτιο με τις
μέλισσες» είναι μια περίπλοκη, ιδιοφυής, εξομολογητική, ποιητική διατύπωση και
συνάμα ένας σκληρός, σαρωτικός, αλλά και γεμάτος οίκτο προβληματισμός, γύρω από
τα
μεγάλα θέματα που βασανίζουν τον Άνθρωπο.
Ο Θεός, η Ζωή, ο Χρόνος, το Τυχαίο, η
Μοίρα, το Μέλλον, η Ψυχή, αλλά και ο Πόλεμος, ο Φόβος, το Χρήμα είναι θέματα
που συναντάμε στην ποιητική του εκφορά, η οποία με ώριμο και μεστό λόγο, χτίζει
το δικό του ποιητικό σύμπαν.
Με ύφος στοχαστικό, διδακτικό και
καταγγελτικό προβληματίζεται για την
Ζωή, κυρίως για το πώς την σκορπάμε και μέσα από οικεία μοτίβα, όπως «η μαύρη
πέτρα», μάς τοποθετεί εμπρός των ευθυνών μας.
Με σοφία που ξεφεύγει από αυτά που
περιμένουμε να προβληματίζουν ένα δωδεκάχρονο παιδί, μάς θέτει μπροστά στον
θάνατο, ο οποίος υπαινικτικά υφέρπει σε κάθε μας επιλογή.
Κάποιος θα διέβλεπε έναν έντονο
πεσιμισμό στις ποιητικές συνθέσεις του. Αυτό όμως που τελικά αποκαλύπτεται
είναι η ωριμότητα των αποφάσεών μας, που αποτελεί και το
αληθινό κίνητρο για ό,τι κάνουμε, ακόμα και των δικών του πράξεων.
Γιατί όπως και στο έργο του
Πιραντέλλο, «αφού δεν υπάρχει Αλήθεια, μήπως αυτή είναι η μόνη Αλήθεια;»,
έτσι και στο βιβλίο του Θωμάγγελου, η αποδόμηση του κόσμου του γεννά την
Ιδέα.
Και σ’ αυτή του την παραδοχή η ενασχόληση με
την ποιητική σύνθεση προκύπτει κάπως σαν παιχνίδι.
Ζούμε άλλωστε σε καιρούς που το παιχνίδι
αποτελεί πολυτέλεια για πολλά παιδιά. Είναι τα παιδιά-απειλή για τον
ανεπτυγμένο κόσμο μας, που αναγκάζονται να φύγουν από τις πατρίδες τους και
συχνά τα σωματάκια τους ξεβράζονται σε αφιλόξενες παραλίες …
Γιατί λοιπόν να μην παραδεχτούμε ότι ο
Θωμάγγελος, ευαισθητοποιημένος από αυτές τις εικόνες, κάνει παιχνίδι αυτό που
γνωρίζει καλύτερα, δηλαδή τις λέξεις;
Τύχη αγαθή οι πρώτοι του δάσκαλοι που
τον μύησαν στους Ποιητές μας, στο λόγο τους,
στο ρυθμό και στο ύφος τους.
Αλλά μεγαλύτερη τύχη οι γονείς-εκπαιδευτικοί,
που αφουγκράστηκαν, άκουσαν, κατέγραψαν και προσέφεραν σε όλους εμάς αυτό το
βιβλίο.
Τελειώνοντας θα ήθελα να ευχηθώ όσοι το πάρουν
στα χέρια τους να σταθούν στο περιεχόμενό του και όχι στην ηλικία του δημιουργού
του.
Άλλωστε όπως είπε ο Πιραντέλλο: «Σου
παρουσιάζομαι με μια μορφή που είναι κατάλληλη για τη σχέση που θέλω να έχω
μαζί σου», αφού «Έτσι είναι (αν έτσι νομίζετε)».