Παρασκευή 18 Αυγούστου 2023

Ομιλία σε εκδήλωση Δήμου Ζακύνθου: «Χαίρε, ώ Χαίρε», Υπαίθριο Δημοτικό Θέατρο, 16-8-2023.

 


Κυρίες και Κύριοι,

Τιμώντας απόψε την επέτειο των 200 χρόνων από τη συγγραφή του Ύμνου εις την Ελευθερίαν, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι τιμάμε ένα ποιητικό έργο που γράφτηκε σε άλλη εποχή και υπηρετούσε έναν άλλο σκοπό. Ωστόσο η συγκίνηση κάθε φορά που τον ακούμε να παιανίζει στις επίσημες εορτές, μέσα στα γήπεδα, όταν η Εθνική Ελλάδος αγωνίζεται, όταν ένας αθλητής μας ανεβαίνει στο πιο ψηλό βάθρο, όταν συνοδεύει μαζί με την ελληνική σημαία νεκρούς ποιητές, σπουδαίους συνθέτες, μεγάλους πολιτικούς, μάς γεννά τη σκέψη ότι σημαίνει και πολλά άλλα για τη δική μας εποχή.

Η αποψινή εκδήλωση με το παλίμψηστο των καλλιτεχνικών εκφράσεων που θα απολαύσουμε (απαγγελίες, χορωδία, εικόνα), ξαναγράφει μέσα από τη δική της εκδοχή, θεάσεις του Ύμνου, που εμβολίζουν την παρελθοντική χρήση του και τον κάνουν οικείο, ζωντανό κι επιτρέψτε μου και χρήσιμο για τη δική μας και δική σας παρουσία, εδώ, στο Υπαίθριο Δημοτικό Θέατρο της πόλης.

Αυτή η οικειοποίηση, ωστόσο πρέπει να γίνει με γνώση και ιστορική ακρίβεια.

Γι' αυτό πρέπει όλοι να γνωρίζουμε ότι ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν, γράφτηκε από τον 25χρονο Σολωμό, τον Μάιο του 1823, και τυπώθηκε τρεις φορές μέσα στο 1825.

Η ανάγκη της έκδοσης και κυρίως η φροντίδα της μετάφρασής του σε ξένες γλώσσες, αποδεικνύουν ότι ο Ύμνος γράφτηκε με σκοπό να συγκινήσει τους δυνατούς της Ευρώπης να σκύψουν πάνω στην υπόθεση της Ελλάδας για να την βοηθήσουν έμπρακτα.

Η πρώτη έκδοση έγινε στο Παρίσι, με αντικριστή γαλλική μετάφραση του Stanislas Julien, στο δεύτερο τόμο της συλλογής των δημοτικών τραγουδιών του Φοριέλ (Faurile) και η δεύτερη στο Λονδίνο, σε αγγλική μετάφραση του φιλέλληνα Charles Brinsley Sheridan, στον τόμο The Songs of Greece from the Romaic Text.

Επειδή όμως ο Σολωμός δεν έμεινε ευχαριστημένος με τις μεταφράσεις αυτές, αποφάσισε να επιμεληθεί ο ίδιος μια μετάφραση, η οποία δεν θα πρόδιδε το κείμενό του και θα λειτουργούσε ως βάση για να φιλοτεχνηθούν μελλοντικά καλύτερες μεταφράσεις, ενδεχομένως και έμμετρες, από άλλους ποιητές. Έτσι, την ίδια χρονιά, μέσα στο πολιορκημένο Μεσολόγγι, ο Ύμνος τυπώθηκε ξανά μαζί με μια πεζή ιταλική μετάφραση, την οποία υπογράφει ο φίλος του Γκαετάνο Γκρασέτι.

Πόσο συναισθηματικά μεγάλος ο συμβολισμός της μετάφρασης του Ύμνου στον ίδιο τόπο που ο Ποιητής εμπνέεται ένα από τα κορυφαία έργα του, το οποίο τον απασχόλησε σε όλη τη διάρκεια της ώριμης ποιητικής του περιόδου, τους Ελεύθερους Πολιορκημένους!

Το χειρόγραφο του Ύμνου δεν σώζεται. Μόνον στο χειρόγραφο Ζακύνθου αρ. 12 βρίσκονται σκόρπιες επεξεργασίες μεμονωμένων στίχων.

Επειδή απόψε ανάμεσά μας, όμως, βρίσκονται και πολλοί νέοι και επισκέπτες του νησιού μας, αξίζει να σημειώσουμε ότι τα χειρόγραφα που περιέχουν τα έργα του Σολωμού βρίσκονται στη Ζάκυνθο, στο Μουσείο Σολωμού και επιφανών Ζακυνθίων και στην Αθήνα, σε τρία διαφορετικά σημεία: στην Ακαδημία Αθηνών, στην Εθνική Βιβλιοθήκη και στην ιδιωτική βιβλιοθήκη Σπυρίδωνος Λοβέρδου (ένα χειρόγραφο).

Η συλλογή του Μουσείου Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων συγκροτήθηκε με την ευκαιρία του εορτασμού των εκατό χρόνων από τη γέννηση του Ποιητή. Τότε η Ασπασία Σορντίνα Ρίγκλερ, αδελφή της γυναίκας του Ιάκωβου Πολυλά, του φίλου και εκδότη των λογοτεχνικών καταλοίπων του ποιητή (Ευρισκόμενα), κατέθεσε στην Τεκτονική Στοά Ζακύνθου όσα σολωμικά χειρόγραφα είχαν μείνει στα χέρια του Πολυλά, ενόψει της νέας έκδοσης του σολωμικού έργου, που ετοίμαζε σε συνεργασία με τον Γεώργιο Καλοσγούρο.

Το 1953 η συλλογή χειρογράφων του Μουσείου κινδύνεψε και αυτή από τον καταστροφικό σεισμό και τη φωτιά, ωστόσο διασώθηκε χάρη στην επέμβαση του Νικολάου Βαρβιάνη, ο οποίος για δεύτερη φορά τα διασώζει μετά την ιταλική κατοχή, όταν οι Ιταλοί τα αναζητούσαν για να τα μεταφέρουν στην Ιταλία. Τότε ο Βαρβιάνης τα διέσωσε κρύβοντάς τα στο κτήμα του στο Καλουπάκι, μέσα σε δοχεία που φύλαγε στο φαρμακείο του το οινόπνευμα.

Σήμερα τα διασωσμένα χειρόγραφα μπορεί κανείς να τα δει στην Αίθουσα Σολωμού του Μουσείου, αλλά και να τα ξεφυλλίσει μέσα από την ιστοσελίδα του, στην οποία έχουν όλα αναρτηθεί και τεκμηριωθεί, μετά την ψηφιοποίησή τους.

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στον Ύμνο.

Το 1828 ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος, προσωπικός φίλος του ποιητή, συνέθεσε τη μουσική για 24 στροφές πάνω σε λαϊκά μοτίβα για τετράφωνη ανδρική χορωδία και έκτοτε παιζόταν τακτικά σε εθνικές εορτές. Έτσι καθιερώθηκε στη συνείδηση των Ιονίων ως άτυπος ύμνος της Επτανήσου. Ακολούθησαν κι άλλες μελοποιήσεις από τον Μάντζαρο, μια εκ των οποίων υπέβαλε στον βασιλιά Όθωνα, η οποία και βραβεύτηκε.

Όταν ο Βασιλιάς Γεώργιος Α΄ επισκέφθηκε την Κέρκυρα το 1865, αμέσως μετά την ενσωμάτωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, άκουσε την εκδοχή για ορχήστρα πνευστών της πρώτης μελοποίησης που έπαιζε η μπάντα της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κέρκυρας και εντυπωσιάστηκε. Ακολούθησε Βασιλικό Διάταγμα που το χαρακτήρισε «επίσημον εθνικόν άσμα».

Έτσι από το 1856 οι δύο πρώτες στροφές υιοθετήθηκαν ως ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας και από τις 18 Νοεμβρίου 1966 ως εθνικός ύμνος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Είναι ένα ποίημα που συνδυάζει τον κλασικισμό και τον ρομαντισμό και αποτελείται από 158 στροφές (632 στίχους). Οι στροφές του είναι τετράστιχες, ενώ στους στίχους παρατηρείται εναλλαγή τροχαϊκών οκτασύλλαβων και επτασύλλαβων μέτρων.

Ο Σολωμός στον Ύμνο ενσωματώνει την ιστορική συνέχεια του ελληνισμού από τη μυθική αρχαιότητα έως την Επανάσταση με σύμβολο συνοχής την Ελευθερία ως μορφή και ως έννοια. Το αρχαίο κλέος, τα δεινά της σκλαβιάς, οι κορυφαίες στιγμές της Τριπολιτσάς και του Μεσολογγίου, οι νικηφόρες μάχες στη θάλασσα και τέλος η σπαρακτική έκκληση της Ελευθερίας προς τους Έλληνες για ομόνοια και αδελφοσύνη, ηχούν διαχρονικά, και απηχούν την οικουμενικότητα του έργου του.

Ωστόσο στοχεύει σ’ αυτό που προαναφέραμε: να ενεργοποιήσει όσους μπορεί για να βοηθήσουν στη μεγάλη υπόθεση της απελευθέρωσης της Ελλάδας από τους Τούρκους. Γι' αυτό και η πιστή αναφορά σε όλες τις νικηφόρες μάχες, που έδωσαν οι Έλληνες, από την αρχαιότητα έως τις μέρες του. Και οι μάχες είναι πολλές: εκτείνονται σε 158 στροφές! Έτσι αφού αυτός ο λαός από την αρχαιότητα έχει δώσει αίμα και κόκκαλα για να είναι ελεύθερος, πρέπει η Ελευθερία να επιστρέψει στη χώρα αυτή.

Με άριστη σκευή, ο ιταλοσπουδασμένος νεαρός Σολωμός, επιστρέφοντας το 1818, στη Ζάκυνθο, η οποία τότε ήταν αγγλικό προτεκτοράτο, σε ηλικία 20 χρόνων, έχει πρόθεση, να βοηθήσει στην απελευθέρωση της Ελλάδας.

Χαρακτηριστικό είναι εκείνο που του γράφει ο αγαπητότατος φίλος του Montani που βαθιά λυπήθηκε για το χωρισμό τους όταν αναχώρησε από την Ιταλία: «Στο καλό, λοιπόν, αγαπημένε μου Διονύσιε, στο καλό! Το πνεύμα των θαλασσών, το πνεύμα της αγνής φιλίας και το πνεύμα της ελευθερίας ας σε συντροφεύει…Για σε η φιλοπατρία θα είναι η υψηλότερη έμπνευσις, που μπορεί να γίνει. Και όσο καλύτερος ποιητής είσαι τόσο και καλύτερος πολίτης…».

Στα χρόνια εκείνα η Ζάκυνθος είχε μεγάλη πνευματική κίνηση. Ανοιχτά τα αρχοντικά του Μερκάτη, του Δε Ρώσση, του Γαλβάνη, του Στράνη, του Μάτεση, του Πελεκάση, του Δομενεγίνη, στα οποία συναντούσε λογίους της εποχής. Ανοιχτά και τα φιλολογικά σαλόνια του Τερτσέτη, του Μιχαλίτση, του Λούντζη, του Κομιώτη, του Κοκκίνη, του Διαμαντόπουλου, του Ταγιαπιέρα κ. ά., που οι περισσότεροι είχαν σπουδάσει στην Ευρώπη. Στους κύκλους αυτούς έγινε αμέσως αισθητή η πνευματική του υπεροχή.

Στη Ζάκυνθο εξακολουθεί να γράφει λυρικά ποιήματα και σονέτα στην ιταλική γλώσσα. Στα τέλη του 1822 κατά τον Πολυλά ή στις 15/1/1823 κατ’ άλλους, ο Σπυρίδων Τρικούπης (1788-1873), «Γενικός Γραμματεύς της Επικρατείας», δηλαδή Πρωθυπουργός της εποχής του και ιστορικός της Ελληνικής Επανάστασης, προσκεκλημένος στη Ζάκυνθο από το φιλέλληνα λόρδο κόμητα Νοrth του Ghilford, θέλησε να επισκεφτεί το Σολωμό, που η φήμη του ήταν απλωμένη στο νησί. Όταν εκείνος του διάβασε ποιήματά του στα Ιταλικά, σα να ήταν απεσταλμένος του Έθνους που ζητούσε τον αναμενόμενο Μεσσία του, του έδωσε την εξής απάντηση: «Το ποιητικό σας τάλαντο θα σας εξασφαλίσει καλή θέση στον ιταλικό Παρνασσό, αλλά οι πρώτες θέσεις εκεί είναι πιασμένες. Ο Παρνασσός της νεωτέρας Ελλάδος δεν απόκτησε ακόμη τον Dante της». Στη μετριόφρονα δικαιολογία του ποιητή: «Δεν ξέρω καλά τα ελληνικά και επομένως δεν μπορώ να γράψω κάτι καλό», ο Τρικούπης του είπε: «Η γλώσσα που βυζάξατε μαζί με το γάλα της μάνας σας είναι η ελληνική. Δεν έχετε παρά να την ξαναφέρετε στη μνήμη σας». Του έδωσε μάλιστα και τα «Λυρικά» του Αθ. Χριστόπουλου, για μελέτη.

Ύστερα από αυτές τις συστάσεις, αλλά προπάντων από εσωτερική παρόρμηση, ο Σολωμός άρχισε να καλλιεργεί και να προσέχει, με την ακοή ως αισθητήριο όργανο, την απλή γλώσσα του λαού και ιδίως τα δημοτικά τραγούδια. Σε άλλη συνάντηση με τον Τρικούπη ο Σολωμός του απήγγειλε την «Ξανθούλα».

Ωστόσο δεν ήξερε καλά τα ελληνικά. Αγωνίζεται να τα κατακτήσει μελετώντας, ακούγοντας, γράφοντας, διορθώνοντας. Στα χειρόγραφά του, όπως φαίνονται στο Μουσείο Σολωμού, διακρίνεται καθαρά αυτή η πάλη. Θα χρησιμοποιεί σπανιότατα τους τόνους, έστω και με την εσφαλμένη τοποθέτησή τους και μερικά μόνο σημεία στίξης. Στο «Διάλογο» γράφει στους Στοχασμούς του Ποιητή: «Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;».

Με τη βοήθεια του γιατρού Ταγιαπιέρα ήρθε σε επαφή με την ποίηση του Βηλαρά. Από τον ίδιο έμαθε και τις γλωσσικές αντιλήψεις του Κοραή, που τον γνώριζε στο Παρίσι. Ο καθηγητής Αναστάσιος Καραβίας που δίδασκε ελληνικά στο δημόσιο σχολείο τον μύησε στους Έλληνες κλασικούς: Όμηρο, Πλάτωνα, Θουκυδίδη. Επίσης στο Μέγα Βασίλειο και το Χρυσόστομο, στον Πίνδαρο και τον Αισχύλο. Επηρεάστηκε πολύ και από το κρητικό θέατρο, καθώς διάβαζε επίσης τον «Ερωτόκριτο», την «Ερωφίλη», τη «Βοσκοπούλα» και τη «Θυσία του Αβραάμ», που μαζί με το δημοτικό τραγούδι θα τον βοηθήσει στο μέτρο.

Από το 1818-1823 έγραψε ποιήματα ειδυλλιακής ή ελεγειακής πνοής μέσα στα οποία φαίνεται η πάλη να υποτάξει το γλωσσικό όργανο.

Μέσα του ήταν ζωντανή και η εκπαίδευση που έλαβε από τους πρώτους του δασκάλους πριν φύγει για την Ιταλία:

  • από τον ιερέα Νικόλαο Κασιμάτη, «άριστο παιδαγωγό» της εποχής του, ο οποίος τον δίδαξε τα πρώτα γράμματα και του «στάλαξε ευσέβεια εις την ψυχήν του», όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι ιστορικοί Χιώτης και Δεβιάζης,

  • από τον Αντώνιο Μαρτελάο, λόγιο ιεροδιάκονο, δεινό ιεροκήρυκα και φλογερό ριζοσπάστη, τον δάσκαλο του Ugo Foscolo, του Γεωργίου Τερτσέτη, του Αντωνίου Μάτεση, του Πάνου και του Γιάννη Κολοκοτρώνη, ο οποίος πρωτοστάτησε στο κάψιμο της “Χρυσής Βίβλου” των ευγενών (30/7/1797), στην Πλατεία του Αγίου Μάρκου και στο φύτεμα του “Δέντρου της Ελευθερίας” και συμμετείχε στην απελευθέρωση των Εβραίων το 1799, που ήταν κλεισμένοι σε “γκέτο” από το 1712.

  • Τέλος από τον καθολικό ιερέα Don Santo Rossi, ο οποίος διωγμένος από την πατρίδα του την Κρεμόνα από τους Αυστριακούς, επειδή έτρεφε φιλελεύθερα φρονήματα και συμπαθούσε τη Γαλλική Επανάσταση, κατέφυγε στη Ζάκυνθο, όπου παρέδιδε μαθήματα για να ζει. Ο Rossi τον δίδαξε συστηματικά την ιταλική γλώσσα, τον μύησε στις εκκλησιαστικές ακολουθίες και φυσικό ήταν λόγω της εξορίας του, να του εμπνεύσει και αυτός την αγάπη προς την ελευθερία, την ισότητα και την αποστροφή προς κάθε τυραννικό πολίτευμα.

Σιγά σιγά άρχισε να έρχεται σε επαφή με την επαναστατημένη Ελλάδα και στη συνέχεια η επαφή αυτή γίνεται αδιάκοπη. Συγκεντρώνει μαρτυρίες προφορικές και γραπτές για τα πεδία των μαχών, για τα πολεμικά κατορθώματα των ηρώων, για τις πολιτικές ενέργειες των Φιλελλήνων. Και όταν βλέπει στους δρόμους τα τουρκοκυνηγημένα γυναικόπαιδα της προσφυγιάς ματώνει η καρδιά του. Με αγωνιώδη συναισθήματα και με σφιγμένη την καρδιά του, απομονωμένος στην έπαυλη του Στράνη, κάτω από ένα γέρικο πουρνάρι, γράφει τον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν».

Μητρική γλώσσα του ποιητή, ήταν η Νεοελληνική Κοινή, όπως την άκουγε από τα χείλη της μητέρας του, με τα νανουρίσματα και τα παραμύθια. Στα πρώτα 10 χρόνια της ζωής του με τον προφορικό λόγο και το αισθητήριο όργανο της ακοής είχε αποκτήσει εμπειρίες στη νεοελληνική γλωσσική ύλη. Αυτές οι λανθάνουσες καταβολές κοιμήθηκαν, αλλά δεν πέθαναν με τις δεκάχρονες σπουδές του στην Ιταλία, όπου φοίτησε ως οικότροφος στο Λύκειο της Αγίας Αικατερίνης της Βενετίας και στη συνέχεια ακολούθησε νομικές σπουδές στο αρχαίο και ονομαστό Πανεπιστήμιο της Παβία, (1815 – 1818).

Αρχίζει να διαβάζει με πάθος τον Όμηρο από το πρωτότυπο. Μελετάει επίσης Δάντη, Πετράρχη, Μόντι, Παρίνι, Αλφιέρι, Λεοπάρντι, Πιντεμόντι, Μεταστάσιο, Φώσκολο. Το πιστοποιούν τα βιβλία της Βιβλιοθήκης του, που φυλάσσονται στο Μουσείο Σολωμού, δωρεά Αγγελικής Ζώη.

Δεν εντρυφούσε μόνο στην ιταλική λογοτεχνία, αλλά και στην αγγλική (Shakespeare, Milton, Byron). Την επαφή με τη γερμανική λογοτεχνία, θα αποκτήσει πολύ αργότερα στην Κέρκυρα, όχι από άμεση μελέτη, αλλά από μεταφράσεις στην ιταλική, που του έκαναν οι γερμανομαθείς φίλοι του. Στο Μουσείο Σολωμού σώζονται οι 24 κώδικες του Νικολάου Λούντζη. Πρόκειται για 24 δεμένους τόμους με χειρόγραφες μεταφράσεις γερμανικής λογοτεχνίας και φιλοσοφίας στα ιταλικά, τις οποίες έκανε για λογαριασμό του Διονυσίου Σολωμού ο συνομήλικος και φίλος του Νικόλαος Λούντζης.

Κυρίες και Κύριοι,

Ο Οδυσσέας Ελύτης στο Άξιον Εστί, προέτρεψε:

«Μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό

και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη».

Μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό

Οι πολλαπλές αναγνώσεις του έργου του Σολωμού, κάποιες από τις οποίες είχαμε και θα έχουμε τη χαρά να παρακολουθήσουμε απόψε, μέσα από τις καλλιτεχνικές εκφράσεις των αφηγητών, των χορωδών, της Φιλαρμονικής και της ίδιας της εκλεκτής επιμελήτριας της αποψινής εκδήλωσης για τα 200 χρόνια από τη συγγραφή του Ύμνου εις την Ελευθερίαν, αλλά και του Αντιδήμαρχου κ. Δημ. Κάνδηλα, τον οποίο ευχαριστώ για την τιμητική πρόσκληση, αποδεικνύουν ότι το έργο του, ανεξάρτητα από το αν γράφτηκε σε άλλη εποχή και για άλλο σκοπό, εξακολουθεί να μας συγκινεί και να μας εμπνέει.

Ίσως, γιατί οι προκλήσεις για την επίκληση να επιστρέψει η Ελευθερία σε διάφορους τομείς της ανθρώπινης ζωής, είναι πάντα επίκαιρες.

Ίσως πάλι γιατί μας έδειξε ότι παρ’ όλο που και η δική του διαδρομή του βίου δοκιμάστηκε από γεγονότα που βασανίζουν τις μικρές ζωές όλων μας, μπορεί κανείς να καταφέρει μέσα από τιτάνια προσπάθεια να τα χρησιμοποιήσει σαν εφαλτήριο για να αναπτύξει ένα αξεπέραστο πνευματικό έργο.

Σας ευχαριστώ που με ακούσατε!