Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2018

Παρουσίαση καταγραφής έργων Παύλου Καρρέρ στο αρχείο του Μ.Σ.& Ε.Ζ.

 

Kυρίες & Κύριοι, Αγαπητοί Φίλοι,

Το είδος της μουσικής που ακούγεται σήμερα στα καταστήματα που προσφέρουν μουσική ψυχαγωγία στο νησί μας καί από έλλειψη ποιότητας χαρακτηρίζεται καί διαστρεβλώνει την αυθεντικότητα του τουριστικού προϊόντος που θέλουμε να προσφέρουμε στους επισκέπτες μας και για το οποίο όλοι ενδιαφερόμαστε.Με ποιον τρόπο λοιπόν θα γίνει μία αναγέννηση στο μουσικό τοπίο και πώς η νέα γενιά θα εκπαιδευτεί να επιλέγει το ποιοτικό, το αυθεντικό, το επτανησιακό μέλος και με αυτό θα διασκεδάζει, θα ερωτεύεται, θα επικοινωνεί; Πώς θα ενισχυθεί η σωστή εκπαίδευση που θα λάβει από τα ιδιωτικά ωδεία μας, από το υποβαθμισμένο δυστυχώς Μουσικό Σχολείο, και από το Δημόσιο (Σχολείο), που έχει την τάση να καταργήσει μουσικά και καλλιτεχνικά μαθήματα από το ωρολόγιο πρόγραμμα διδασκαλίας;
Το Μουσείο Σολωμού, ενστερνιζόμενο τον εκπαιδευτικό ρόλο του, από της ιδρύσεώς του, έχει αναζητήσει τρόπους για να καλλιεργήσει το ενδιαφέρον του μαθητικού κόσμου για την μουσική και να προσφέρει στο ευρύτερο κοινό ιστορική  μόρφωση.


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 2: 
Το ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ του Μουσείου
«Ο καταρτισμός ειδικού αρχείου εγγράφων και χειρογράφων του Σολωμού και άλλων επιφανών της Ζακύνθου τέκνων και ειδικής βιβλιοθήκης προς μελέτη του βίου και της εποχής των οπωσδήποτε διακριθέντων Ζακυνθίων», εμπεριέχεται στις ιδρυτικές αρχές του Καταστατικού του Σωματείου με την επωνυμία «Μουσείον Σολωμού & Επιφανών Ζακυνθίων» (Μ.Σ.&Ε.Ζ.) (1968), που έχει σαν σκοπό «τη διατήρηση, ενίσχυση και διάδοση του εθνικού, πνευματικού και καλλιτεχνικού αισθήματος, που χαρακτηρίζει όχι μόνο τους επιφανείς της Ζακύνθου άνδρες, αλλά και τον Ζακυνθινό λαό όλων των τάξεων».
Οι φωτισμένοι Ιδρυτές του Σωματείου Μ.Σ.&Ε.Ζ. διέβλεψαν ότι, με τη συγκέντρωση των αρχείων, γίνεται εφικτή η συγκέντρωση των τεκμηρίων του έθνους προς όφελος του κοινού.
Μισόν αιώνα δηλαδή πριν, ενετόπισαν τον νέο ρόλο των αρχείων στις μέρες μας, κατά τον οποίον οι αρχειοθέτες έχουν τώρα μίαν άλλη φιλοδοξία: ο όγκος των τεκμηρίων που συγκεντρώνουν να μη χρησιμεύει μόνο στον ειδικευμένο ιστορικό.
Με αυτή την έννοια και το Μουσείο Σολωμού, υλοποιώντας το ρόλο του ως ένα Σύγχρονο Μουσείο, δεν περιορίζεται στον εντοπισμό και την περισυλλογή μεμονωμένων στοιχείων, ούτε στην στείρα μουσειακή παρουσίασή τους, αλλά καταξιώνεται με τη γενναιόδωρη προσφορά του συγκεντρωθέντος υλικού στις γνωστικές ανάγκες ενός διψασμένου χώρου, και γίνεται ένας ώριμος συλλέκτης, που εκθέτει τη συλλογή του, και βοηθά να δούμε από μία άλλη οπτική το ρόλο που τα μικρά περιφερειακά μουσεία μπορούν να διαδραματίσουν σήμερα.

Απόψε έχουμε τη χαρά να ακροασθούμε ένα από τα μουσικά αρχεία που φυλάσσονται στο Μουσείο, το οποίο βγαίνει από τα ντουλάπια και έρχεται να επικοινωνήσει με τα αυτιά μας και γιατί όχι (;) να προβληματίσει για το κατά πόσον πρέπει να ακούγεται περισσότερο αυτού του είδους η μουσική.
  Ο Παύλος Καρρέρ με ευρωπαϊκές σπουδές και με την επίδραση της ιταλικής όπερας, μαζί με το δημοτικό τραγούδι και την έντεχνη ελληνική ποίηση των Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, Ιουλίου Τυπάλδου, Αχιλλέα Παράσχου, Αλέξανδρου Σούτσου Ραγκαβή κ.α. αναδεικνύεται ο κορυφαίος συνθέτης του 19ου αι. και εξασφαλίζει του αποδοχή και καταξίωση μεγάλη στην εποχή του.

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 3:

Η προθήκη Καρρέρ & το πιάνο του, εξώφυλλο της Αυτοβιογραφίας & το χειρόγραφο από την «Κυρά – Φροσύνη» & το λιμπρέτο από τη «Δέσπω».

Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο στις 12 Μαΐου 1829, γιος του Κωνσταντίνου και της Πηγής, το γένος Χαριάτη. Το 1839 μπήκε εσωτερικός μαθητής στο Ιόνιο Γυμνάσιο Κέρκυρας, ενώ το 1843 συνέχίσε τις εγκύκλιες σπουδές του με τον Ιγνάτιο Μαρτζώκη, καθηγητή και διευθυντή του Λυκείου Ζακύνθου και με τον μετέπειτα επίσκοπο Κυθήρων, ιερέα Κωνσταντίνο Στρατούλη.
Τα πρώτα μαθήματα πιάνου και μουσικής τα πήρε από τον Ιταλό μουσικοδιδάσκαλο Τζουζέππε Κρίκκα και αργότερα από το διευθυντή της πρώτης Ζακυνθινής Φιλαρμονικής Φραντσέσκο Μαρανγκόνι. Πρώτες συνθέσεις του, σήμερα χαμένες, είναι Το Αηδόνι, βάλς, και η μελοδραματική σκηνή Ο προσκυνητής της Καστίλλης, σε κείμενο Γεωργίου Λαγουϊδάρα. Μετά τις επιτυχίες του αυτές αποφάσισε να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στη σύνθεση, γι’ αυτό το 1850 αναχώρησε για σπουδές μουσικής στο Μιλάνο, όπου σπούδασε και σταδιοδρόμησε για επτά ολόκληρα χρόνια.
Στις 25 Αυγούστου 1852 ανεβαίνει στο θέατρο του Μιλάνου «Κάρκανο» η τρίπρακτη όπερά του Dante e Bice [Δάντης και Βεατρίκη], σε κείμενο Serafino Torelli, της οποίας σώζεται μόνον το λιμπρέτο. Το 1854 ανεβαίνει στο θέατρο «Σαν Τζιάκομο» της Κέρκυρας η Isabella d’ Aspeno [Ισαβέλλα του Άσπεν]. Η ίδια όπερα ανεβαίνει αργότερα στο «Κάρκανο», ενώ στις 19 Ιανουαρίου 1856 ανεβαίνει ξανά στο ίδιο θέατρο η λυρική τραγωδία του, με πρόλογο και τρεις πράξεις, σε κείμενο Ιωσήφ Σαπίου La Rediviva [Η Αναζήσασα]. Όμως η άρνηση της «Σκάλας» του Μιλάνου ν’ ανεβάσει έργα του τον ωθεί να αποφασίσει να επαναπατριστεί.

Στο Μουσείο Σολωμού λοιπόν, σώζεται, το μεγαλύτερο μέρος των χειρογράφων του Παύλου Καρρέρ (1829-1896), τα οποία διασώθηκαν από την καταστρεπτική σεισμοπυρκαγιά του 1953, χάρη στις προσπάθειες του ακούραστου Νικολάου Βαρβιάνη, καθώς και τα Απομνημονεύματα του συνθέτη, που σταματούν απότομα τη διήγηση μετά τον Απρίλιο του 1887. (Ο Καρρέρ πεθαίνει το 1896).

Όπως είναι γνωστό, το ελληνικό κοινό λάτρεψε τον Καρρέρ αφού έργα του ανέβαιναν τόσο στα Επτάνησα, στην Ελλάδα, αλλά και σε όλες τις ελληνικές παροικίες του εξωτερικού. Πολύ καιρό μετά το θάνατό του, ως το 1930 περίπου, οι όπερές του Μάρκος Μπότσαρης και Κυρά Φροσύνη, αλλά και οι Ελληνικές μελωδίες του, με επί κεφαλής τον Γέρο Δήμο, γνώρισαν δημοτικότητα πραγματικά μοναδική στα χρονικά της μουσικής μας ιστορίας.

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 4: Ανθοδέσμη ελληνικών μελωδιών δι’ άσμα και κλειδοκύμβαλον & Οι χοροί της προθήκης: Luisa Miller και Les belles Armenes.
Ένα χαρακτηριστικό της πολυσημίας του υλικού που φυλάσσεται στο Μουσείο, είναι και το εξής, που περιγράφει ο ίδιος στα Απομνημονεύματά του: Στις 12 Ιανουαρίου 1875, ανεβαίνει ο Μάρκος Μπότσαρης στην Πάτρα και στο τέλος της Α΄ πράξης «εις νεανίας κομψότατα ενδεδυμένος την Ελληνικήν ενδυμασίαν μοι προσέφερεν, επί βελούδινου μικρού προσκεφαλαίου, έναν αργυρούν στέφανον εκ μέρους του πατραϊκού κοινού, εις ένδειξην αγάπης και υπολήψεως. Αυτή η στιγμή είχε τύπον όλως εθνικόν και μεγίστης σημασίας».
Αυτό το στεφάνι εκτίθεται σήμερα στην «Προθήκη Καρρέρ» στο Μουσείο.


 ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 5: τα δύο βιβλία.
Αναλυτική καταγραφή των ευρισκομένων έργων του Π. Καρρέρ στο Μουσείο έχει δημοσιευτεί από το μουσικολόγο Γιώργο Λεωτσάκο στο βιβλίο «Παύλος Καρρέρ, Απομνημονεύματα και Εργογραφία, εκδ. Μουσείο Μπενάκη – Ιόνιο Παν/μιο/Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Αθήνα 2003».
Αξιολογότατη και η μελέτη της Aύρας Ξεπαπαδάκου, «ΠΑΥΛΟΣ ΚΑΡΡΕΡ, εκδ. Fagotto, 2013».

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 6: La Belle Zakynthe, Valzer, σελ.1-2 (διακρίνεται στον τίτλο πάνω δεξιά η υπογραφή του Καρρέρ)
Τύχη αγαθή για το Μουσείο η δωρεά από τον Καθηγητή της Μουσικής κ. Αντώνη Κλάδη τεσσάρων άλμπουμ από το προσωπικό του αρχείο με έργα του Π. Καρρέρ, τα οποία είχαν περιέλθει στην κατοχή του από τον αείμνηστο αρχιμουσικό Αντώνη Γιατρά τον Ιούλιο και τον Οκτώβριο του 2017, καθώς επίσης και η παρτιτούρα του Παύλου Καρρέρ: «La Belle Zakynthe»,  Valzer.
Πρόκειται για τα:
1.     ΑΛΜΠΟΥΜ: Quadrilles e polka Mazurka per Piano Forte.
2.     The Blue Bell Polka composed by Herman Hoenig.
3.     ΑΛΜΠΟΥΜ: Reccolta di Suonatine per f.p.
4.     ΑΛΜΠΟΥΜ: Χωρίς τίτλο στην πρώτη σελίδα.
Ως δείγμα ζακυνθινής μουσικής δωματίου αναφέρει το βαλς«La Belle Zakynthe», ο κ. Νίκιας Λούντζης στη σελ. 162, του β΄τόμου τού "Η Ζάκυνθος μετά μουσικής...", όπου δημοσιεύει το τυπωμένο πλέον χειρόγραφο.


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 7: Κατάλογος έργων για πιάνο Π. Καρρέρ στο Μουσείο. Τα σημειωμένα με κόκκινο είναι τα νέα εντοπισμένα έργα.
Αλλά, Αγαπητοί Φίλοι, δεν θα ήμασταν απόψε εδώ, εάν τα τελευταία δύο χρόνια, ο πιανίστας Διονύσης Σεμιτέκολος, δεν αποφάσιζε, με την άδεια του Διοικητικού Συμβουλίου του Μουσείου, να ασχοληθεί συστηματικά με την αρχειοθέτηση όλου του αρχείου του Καρρέρ στο Μουσείο και τον εντοπισμό των έργων του για πιάνο. Η εργασία που εκπόνησε και εκπονεί -μετά και την πρόσφατη δωρεά Κλάδη-, τον οδήγησε να εντοπίσει και άλλα άγνωστα έργα, τα οποία μπορείτε να τα δείτε σημειωμένα με κόκκινο στη διαφάνεια.
Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσω ότι, η ψηφιοποίηση του αρχείου αυτού συνεχίζεται από την ομιλούσα, τα τελευταία δέκα χρόνια, χάρις στον εξοπλισμό που προμηθεύτηκε το Μουσείο, με το χρηματοδοτούμενο από το Υπουργείο Πολιτισμού και την Ευρωπαϊκή Ένωση (Κοινωνία της Πληροφορίας) έργο, με τίτλο: ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΟΗΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΜΕ ΕΜΦΑΣΗ ΣΕ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΟΛΩΜΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΦΑΝΩΝ ΖΑΚΥΝΘΙΩΝ, επί Προεδρίας του αειμνήστου Διονυσίου Πυλαρινού.


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 8: Ο εξοπλισμός της ψηφιοποίησης και η πινακίδα της ΚτΠ στην είσοδο του Μουσείου.
Στόχος του έργου αυτού ήταν η προβολή και διατήρηση των συλλογών του μουσείου μέσω της ψηφιοποίησης και της τεκμηρίωσής τους και η ανάπτυξη Ψηφιακής Βιβλιοθήκης και η προβολή της στον Παγκόσμιο Ιστό.
Είμαστε στην πολύ ευχάριστη θέση να σας αναφέρουμε ότι οι όπερες «Δέσπω», «Μαραθών – Σαλαμίς», «Μαρία Αντονιέττα», «Mάρκος Μπότσαρης», «Ισαβέλλα Ντ’ Ασπένο» και «Φιορ ντι Μαρία», ολόκληρες ή τμήματά τους έχουν ψηφιοποιηθεί, και έχουν κατά καιρούς παρουσιαστεί από το μαέστρο Βύρωνα Φιδετζή και από άλλους ερευνητές της μουσικής (Χαρίλαο Τρικούπη, Μαρία Κιλιάφη, Σπύρο Δεληγιανόπουλο, κ. ά.). Αξίζει να αναφερθεί εδώ ότι την προσεχή Τετάρτη 17 Ιανουαρίου στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης η Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών. σε μουσική διεύθυνση του μαέστρου Βύρωνα Φιδετζή θα παρουσιάσει 150 χρόνια μετά την πρώτη εκτέλεση. την όπερα «Φιορ ντι Μαρία», σε ενορχήστρωση δική του.


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 9: Το αποψινό πρόγραμμα

          Ας περάσουμε τώρα στο αποψινό μας πρόγραμμα, το οποίο, όπως και την αφίσα της εκδήλωσης, φιλοτέχνησε αφιλοκερδώς, ο Γιάννης – Πορφύρης Καποδίστριας, τον οποίο από αυτή τη θέση θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά.
Η αποψινή, είναι η πρώτη από τις τέσσερις συναυλίες ευρισκομένων έργων του Π. Καρρέρ, από το Αρχείο του Μουσείου, που έχουν προγραμματιστεί να παρουσιαστούν το 2018 από τον πιανίστα Διονύση Σεμιτέκολο. Στη 2η θα παρουσιαστούν οι χοροί για πιάνο της ιταλικής του περιόδου, ενώ στην 3η  & 4η τα έργα για πιάνο της ζακυνθινής περιόδου. Οι συναυλίες θα διανθιστούν και από σχετικές ομιλίες.
Ας περάσουμε τώρα στα έργα για πιάνο που θα ακουστούν για πρώτη φορά 150 χρόνια μετά  την πρώτη εκτέλεσή τους με τη σειρά που έχουν στο συμπεριληφθεί στο ανά χείρας πρόγραμμα. Παράλληλα θα προβάλλονται διαφάνειες από τη διαδικασία ψηφιοποίησης και τελικής τακτοποίησης των ανωτέρω έργων, καθώς είναι σημαντικό να γνωρίσετε από μέσα, το έργο που πραγματοποιείται σήμερα στο Μουσείο Σολωμού.





ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 10:
Εν ώρα εργασίας…1

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 11:Polka σε μι ύφεση ματζόρε.

Η πόλκα που θα εκτελεστεί προέρχεται από το άλμπουμ της δωρεάς του Αντώνη Κλάδη στο Μουσείο. Στη διαφάνεια βλέπετε το εξώφυλλο του άλμπουμ. Το άλμπουμ δωρίθηκε στον Κλάδη από τον Διονύσιο Γιατρά, στου οποίου την κατοχή είχε περιέλθει το 1954 από τον Φωκίωνα Λογοθέτη. Ο Φωκίων Λογοθέτης, γνωστός με το ψευδώνυμο "Υάκινθος", έγραψε χρονογραφήματα, ποιήματα, διηγήματα και ασχολήθηκε και με τη μουσική, τη ζωγραφική, τη μελανογραφία. Τα έργα του χάθηκαν κατά την πυρκαγιά του 1953. Από τις 8 Ιουλίου 1953 εξέδωσε την εφημερίδα "Ζακυνθινά Νέα", η οποία διακόπηκε από τους σεισμούς και την συνέχισε στις 2 Φεβρουαρίου 1954, όπως μας πληροφορεί ο Λ.Χ.Ζώης στο Λεξικό του. 
Σύμφωνα με τον Διον. Σεμιτέκολο σ’ αυτό το έργο ο Καρρέρ δεν σημειώνει πάνω το όνομά του, γι΄ αυτό και σώθηκε…
Η κατάσταση διατήρησης του άλμπουμ είναι εξαιρετική. Διακρίνονται μέχρι και οι κλωστές της ραφής του τετραδίου.
Στο εξώφυλλο διαβάζουμε: Raccolta di Suonatina = Συλλογή …..Εδώ ο Διονύσης λέγει ότι ο Καρρέρ κάνει ένα λογοπαίγνιο, καθώς δεν γράφει sonatina/σονατίνα, αλλά γράφει suo=του, την κάνει δηλαδή δική του.
 
ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 12
Στην επόμενη διαφάνεια βλέπουμε μία πλήρη παιδαγωγική καταγραφή του Καρρέρ για πιάνο. Φτιαγμένη για ένα μαθητή του. Ξεκινά με πολύ απλές νότες βάζοντας δακτυλισμούς.


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 13
Στην επόμενη διαφάνεια βλέπουμε το έργο που θα ακούσετε απόψε:
·   Polka a quattro mani, σελ. 1
Εδώ φαίνεται πόσο έχει αναπτύξει το παίξιμο του μαθητή του.

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 14
·       Polka a quattro mani, σελ. 2
Προσέξτε το ακόμα περισσότερο στη δεύτερη σελίδα. Όσοι γνωρίζετε, αλλά και όσοι δεν γνωρίζουμε μουσική εντυπωσιαζόμαστε πραγματικά από την καθαρή και μετρημένη γραφή του. Κοντά στο Διονύση κι εγώ έμαθα για την «οικονομία» της σελίδας!


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 15
Στην επόμενη διαφάνεια από το ίδιο άλμπουμ στο οποίο παρουσιάζεται η εισαγωγή από το βαλς La porte de Paris βλέπουμε ακόμα περισσότερο την εξέλιξη στην τεχνική. Ο Διονύσης εδώ υποστηρίζει ότι: «εδώ εμπεριέχεται όλη η τεχνική του πιάνου».


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 16
Άλλη μία διαφάνεια: Εν ώρα εργασίας…2










Και περνάμε στο επόμενο έργο που θα ακουστεί απόψε:



ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 17: Cavatina  Largo al Factotoum (Nell’) Opera Il Barbier di Sibiglia del  Sign. Mo. Gmo. Rossini -Ridotta per Piano Forte a quattro mani, δωρεά του Φωκ. Λογοθέτη στη Φιλαρμονική Ζακύνθου. Εδώ βλέπουμε την 1η σελίδα


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 18Και εδώ την 2η & 3η σελίδα.

Προέρχεται από την ίδια Συλλογή με τις χειροποίητες παρτιτούρες του Καρρέρ. Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι ο Καρρέρ έκανε μεταγραφές από έργα άλλων συνθετών μέχρι το τέλος της ζωής του.
Δείτε και πάλι την ωραία και καθαρή γραφή του.






ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 19Και πάλι εδώ: Εν ώρα εργασίας…3


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 20
 Στη συνέχεια θα παρουσιαστούν από την ιταλική περίοδο του Καρρέρ μεταγραφές από πέντε όπερες του Verdi.
Πρόκειται για μεταγραφές προορισμένες να παιχτούν στα σαλόνια της εποχής, του είδους που άνθισε ως μουσική δωματίου. Στην "Αυτοβιογραφία" του μάλιστα, που δημοσιεύει ο Λεωτσάκος, ο Καρρέρ περιγράφει μία συναυλία μαθητών στο σπίτι του (σελ. 143): "Κατά τας αρχάς του Δεκεμβρίου απεφάσισα όπως αι μαθήτριαί μου δώσωσι μίαν συναυλίαν εν τη οικία μου, και τούτο όπως αφενός μεν τας ενθαρρύνω, αφ΄ ετέρου δε αποδείξωσι τους εαυτών γονεύσι και φίλοις κατά πόσον επροόδευσαν εις τα μαθήματά των. Έγιναν όλαι αι προγυμνάσεις, διεκοσμήθηκαν πρεπόντως αι τρεις αίθουσαι της οικίας μου και την εσπέραν της 15ης Δεκεμβρίου ενώπιον μεγάλης συρροής προσκληθέντων γονέων και φίλων εξετελέσθη η συναυλία λαμπρότατα και με πλήρη επιδοκιμασίαν και ευχαρίστησιν απάντων των παρευρεθέντων.
Αι Δεσποσύναι αίτινες έλαβον μέρος ήσαν αι ακόλουθοι:
…………………………………………………………….
[όνομα δυσανάγν] και Νικόλαος, Καμίλλου Μερκάτη
 ……………………………………………………………..
Μαρία, Παύλου Καρρέρη
…………………………………………………..
Ήσαν και άλλαι μαθήτριαι, όλως αρχάριαι, όπου δεν επήραν μέρος».
Δεν αναφέρομαι τυχαία σε αυτά τα δύο μόνον ονόματα των παρισταμένων νεανίδων.

·  Divertimento per Piano – Forte a Quattro mani  sopra motivi dell Opera Il Trovatore Dell Mo Verdi  composto e dedicato alla Sig. Maria Carrer Da Paolo Carrer  Op.50
1 No.1 Il Trovatore Op.50

Οι μεταγραφές ήταν η βασική του εργασία όταν πήγε στο Μιλάνο. Ο Καρρέρ τα κάνει δικά του έργα και γι’ αυτό γράφει επάνω ΟPUS, προσεγγίζοντας την Όπερα με έναν εντελώς δικό του τρόπο. Έτσι καταφέρνει να δώσει ένα ΝΕΟ έργο με τις δικές του πιανιστικές και αισθητικές πεποιθήσεις.
Η σειρά των πέντε έργων που θα ακούσετε είναι από τη δωρεά του μαέστρου Βύρωνα Φιδετζή στο Μουσείο και προέρχεται από την Ιταλία. Είμαστε σε συνεννόηση μέσω του Διον. Σεμιτέκολου να επαναπατριστούν και τα υπόλοιπα έργα του Καρρέρ, που βρίσκονται στο Μιλάνο για να συγκεντρωθεί στο Μουσείο το σύνολο των έργων του Π. Καρρέρ.
Για το Μιλάνο αναχώρησε ο Καρρέρ το 1850 για σπουδές μουσικής όπου σπούδασε και σταδιοδρόμησε για επτά ολόκληρα χρόνια.
Στο εξώφυλλο βλέπετε και την αφιέρωση στη Μαρία Καρρέρ.
Είναι η μαθήτρια που έπαιξε στο σπίτι του την εσπέραν της 15ης Δεκεμβρίου; Ποιος μπορεί να μας το απαντήσει;

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 21
Τη μεταγραφή της «Τραβιάτας», την αφιερώνει στην κοντέσα Μαρία Μερκάτη.
Είναι η Μαρία, το γένος Μέρκάτη, το δυσανάγνωστο όνομα που αναφέραμε πιο πάνω;
· Alla Contessa Maria Mercati 55.2 Divertimento Brillante Dell’ Opera La Traviata Del Mo. Verdi per Piano – Forte a Quattro mani composto da Paolo Carrer Op.55
Σε κάθε εξώφυλλο σημειώνονται οι  μουσικοί οίκοι, που εκδίδουν τα έργα. Οι Οίκοι Canti και Lucca είναι  οι δύο μεγαλύτεροι χορευτικοί Οίκοι της Ευρώπης, ενώ ο Ricordi είναι ο εκδοτικός Οίκος για την όπερα. Η δαιμόνια κ. Lucca, λέει ο Διονύσης, είναι φίλη του Καρρέρ και εξέδωσε τα έργα του Βάγκνερ, στα οποία είχε πρόσβαση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την μουσική του εξέλιξη.


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 22
·  55.3 Deux Brillants Pot – Pourris sur les meilleurs motifs de l’opera Giovanna de Guzman - Les Vespres de Verdi composes pour le piano a quatre mains par Paul Carrer Op.87
Πρόκειται για την όπερα «Σικελικός Εσπερινός» του Βέρντι, που μετονομάστηκε σε  Giovanna de Guzman, καθώς ο συνθέτης του γνώριζε ότι θα ήταν αδύνατο να διαδραματιστεί η υπόθεση στην Σικελία, έτσι μεταφέρθηκε στην Πορτογαλία του 1640. 
Τα έργα αυτά είναι στη γαλλική γλώσσα και εκδίδονται από άλλο εκδοτικό οίκο. Ο Καρρέρ στοχεύει στο γαλλικό κοινό, υπογράφει σαν Paul Carrer και φαίνεται ότι είχε όνομα και στο Παρίσι.  Μια άποψη που ενστερνίζεται ο Διονύσης είναι ότι, το όνομα του Καρρέρ είναι τόσο σημαντικό στη Γαλλία ώστε προωθεί εκείνο του Βέρντι (!).


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 23
Και το δεύτερο Pot – Pourris από την όπερα Giovanna de Guzman.
·  55.4 Seconde Pot – Pourri sur l’opera Giovanna de Guzman Op.88

Δεν έχει εξώφυλλο καθώς είναι η συνέχεια του προηγούμενου έργου.

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 24
Και το τελευταίο έργο
·  55.5 Simon Boccanegra/ Divertimento per Pianoforte a 4 mani di Paolo Carrer Op.98
Divertimento = διασκέδαση
Ο Σιμόν Μποκανέγκρα (Simon Boccanegra) είναι μία όπερα με πρόλογο και τρεις πράξεις του Ιταλού συνθέτη Τζουζέπε Βέρντι. Είναι γραμμένη πάνω σε ιταλικό λιμπρέτο του Φραντσέσκο Μαρία Πιάβε, βασισμένο στο ομώνυμο ισπανικό θεατρικό έργο του Αντόνιο Γκαρθία Γκουτιέρεθ, που γράφτηκε το 1843. Η παγκόσμια πρεμιέρα της όπερας έγινε στο Θέατρο Λα Φενίτσε της Βενετίας, στις 12 Μαρτίου 1857.  


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 25
Άλλη μία διαφάνεια: Εν ώρα εργασίας…4


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 26
Το τελευταίο έργο που θα ακούσουμε απόψε είναι (23:) η μεταγραφή για πιάνο της εισαγωγής της Όπερας «Μαρία Αντωνιέττα». Η όπερα αυτή, που γράφτηκε το 1873, αποτέλεσε σταθμό για τη ζακυνθινή μουσική. Δέκα χρόνια αργότερα ανέβηκε στο Θέατρο «Φώσκολος» Ζακύνθου. Αγαπήθηκε πολύ, ο λαός την αγκάλιασε και στα χειρόγραφα που υπάρχουν στο Μουσείο, ο Καρρέρ σημειώνει τα ονόματα των Ζακυνθινών μουσικών που παίζουν τα όργανα. Το λιμπρέτο έγραψε ο Γεώργιος Ρώμας.
·  Sinfonia della “Maria Antonietta”  Opera tragica in Quattro atti Musica Del Mo Paolo Carrer  /Ridotta per pianoforte a Quattro mani, 1η σελίδα


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 27
Εδώ βλέπουμε τη 2η και 3η σελίδα από τη Sinfonia della “Maria Antonietta”.

Μερικές ακόμα διαφάνειες από την ψηφιοποίηση και  την μελέτη στο αρχείο του Μουσείου:


ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 28
Εν ώρα εργασίας…5

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 29
Εν ώρα εργασίας…6
Και τέλος η τακτοποίηση του υλικού στα κουτιά αρχειοθέτησης. Αξίζει να ευχαριστήσουμε εδώ δημόσια τον κ. Αλιβίζο Πλέσσα για την χορηγία των ντοσιέ και των κουτιών αρχειοθέτησης των έργων για πιάνο.

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 30
Η τακτοποίηση…1

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 31
Η τακτοποίηση…2
Στην τελευταία διαφάνεια βλέπετε:

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ 32
Το σύνολο των ψηφιοποιημένων έργων στους ψηφιακούς πλέον φακέλους.
Είναι έτοιμοι για να μελετηθούν, να εκτελεστούν, να γίνουν κοινό κτήμα όλων μας.
Το Μουσείο Σολωμού & Επιφανών Ζακυνθίων, θεματοφύλακας του έργου του Καρρέρ, περιμένει τη νεώτερη γενιά να παραλάβει τα έργα αυτά και να τα εντάξει και πάλι στη ζωή μας.
Ίσως αυτό αποτελέσει και τη μοναδική αντίσταση στην ισοπέδωση που βιώνουμε.
Ίσως με αυτό τον τρόπο καταφέρουμε να διεκδικήσουμε το Φιόρο του Λεβάντε πίσω και όχι τη Ζάκυνθο των σκουπιδιών, των Ολλανδών και των διαλυμένων Αιθουσών του Πνευματικού μας Κέντρου.

Σας ευχαριστώ!









Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2017

Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος μέσα από τα μάτια των εικαστικών στο πέρασμα του χρόνου.


Στο σύντομο χρόνο που είχα στη διάθεσή μου να ετοιμάσω την παρούσα εισήγηση, δεν πρόλαβα να προβληματιστώ για το θέμα που θα σας ανέπτυσσα, καθώς μέσα στις αυξημένες υποχρεώσεις μου ως μέλος της Οργανωτικής Επιτροπής, ο προβληματισμός θα αποτελούσε σπατάλη χρόνου εις βάρος της προσωπικής σχέσης που έχω αναπτύξει με το τιμώμενο πρόσωπο, από την εποχή κιόλας που κατέγραφα το μουσειακό υλικό του Μουσείου Σολωμού & Επιφανών Ζακυνθίων (1991), το αρχειακό υλικό του Μουσείου Ξενόπουλου (1998) και συμμετείχα σε δημοσιεύσεις (στα Επτανησιακά Φύλλα, Αφιέρωμα στο Γ.Ξ., τόμος ΚΛ, 3-4, Φθινόπωρο – Χειμώνας 2001, Ζάκυνθος, στο Λογοτεχνικό Ιστορικό & Λαογραφικό Ημερολόγιο «Ζάκυνθος» 2001 & 2002, επιμέλεια Διονύσης Ν. Μουσμούτης, στον  τιμητικό τόμο  «Φιόρα Τιμής» για τον Μητροπολίτη Ζακύνθου Χρυσόστομο Β΄ Συνετό, Ζάκυνθος 2009 για τα χειρόγραφα του Γρηγορίου Ξενόπουλου από τη "δωρεά Σταματίου Δέγλερη" στο αρχείο του Μουσείου Σολωμού & Επιφανών Ζακυνθίων), σε ανακοινώσεις στον τοπικό τύπο («Τέσσερα Γράμματα από τα Χιονισμένα βουνά της Αλβανίας και μια διαχρονική Αθηναϊκή Επιστολή του Γρηγορίου Ξενόπουλου, από το Αρχείο του Μουσείου Γρηγορίου Ξενοπούλου», -«ΕΡΜΗΣ», 28/10/1999,  «Η έκθεση για τα 50 χρόνια από το θάνατο του Γρ. Ξενόπουλου στο Μουσείο Σολωμού», «ΗΜΕΡΑ ΤΣΗ ΖΑΚΥΘΟΣ», 20/11/2001) και σε ομιλίες (Ο προσκοπισμός μέσα στο έργο  του Γρηγορίου Ξενόπουλου. Ομιλία στην Ομάδα Συνεργασίας Παλαιών Οδηγών Ζακύνθου, Αίθουσα της Λέσχης «Ο Ζάκυνθος», Σάββατο 28 Γενάρη, 2012).


Επέλεξα λοιπόν μέσα στο διάστημα των 16 χρόνων που μεσολάβησαν από το συνέδριο με θέμα «Γρηγόριος Ξενόπουλος: 50 χρόνια μετά το θάνατό του… Συμβολή στην έρευνα του έργου του», που διοργάνωσε η Εταιρία Μελέτης, Έρευνας και Προαγωγής Πολιτισμού «Πλατύφορος», σε συνεργασία με το Κέντρο Μελέτης και Έρευνας του Ελληνικού Θεάτρου και το Ελληνικό Pen Club, στο νησί μας, από 16-18 Νοεμβρίου 2001, να συμπληρώσω την παλαιότερη ανακοίνωσή μου, με θέμα: «Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος μέσα από την εικόνα και το βλέμμα του εικαστικού καλλιτέχνη», αισθανόμενη απόλυτα ευγνώμων για τη συμμετοχή στις δύο σημαντικές επετείους του συγγραφέα στο νησί μας και εξετάζοντας την αλλοτινή μου προβληματική.

Από την άλλη, η Έκθεση Ζωγραφικής, με θέμα "Γρηγόριος Ξενόπουλος: 150 χρόνια από τη γέννησή του", που φιλοξενείται μέχρι 30 Δεκέμβρη στο Μουσείο Σολωμού & Επιφανών Ζακυνθίων και οργάνωσε η Περιφερειακή Ενότητα Ζακύνθου, με διευκόλυνε, με προκάλεσε και αν θέλετε με έκανε να ξανασκεφτώ τα συμπεράσματα της προ δεκαεξαετίας τοποθέτησής μου αναφορικά με τον τρόπο που οι εικαστικοί αποτυπώνουν τη μορφή του.
   Οι αλλοτινές παραδοχές ωστόσο: «ότι η όραση έρχεται πριν από τις λέξεις και ποτέ μα ποτέ δεν μπορεί να ταυτιστεί το εικαστικό δημιούργημα με την περιγραφή του», και: «ότι ο καθένας από μας βλέπει πάντα με τον τρόπο που θέλει να δει», είναι διαχρονικές και με βγάζει από τη δύσκολη θέση να σας παρουσιάσω τα καινούργια έργα που φιλοτεχνήθηκαν με θέμα τον Γ.Ξ. ξεκομμένα από την υποκειμενική σας πρόσληψη.
Αναζητώ ωστόσο τις γέφυρες με εκείνα τα έργα, προσπαθώντας παράλληλα να διερευνήσω το βαθμό επιρροής του Ξ. σήμερα στον ιδιαίτερο χώρο της καλλιτεχνικής δημιουργίας, αλλά και το κατά πόσο εκείνα τα έργα τέχνης αποτέλεσαν την απαρχή για τα σημερινά.
Έτσι θα προσπαθήσω να σας τα παρουσιάσω συγκριτικά, καταλύοντας σχολές, τεχνικές και γιατί όχι και ηλικιακές διαφορές και εκφραστικές αδυναμίες των επιμέρους έργων. Θα σας δείξω λοιπόν έργα χαρακτικής, ζωγραφικής, σχέδια, και γελοιογραφίες, αναφέροντάς σας ονομαστικά τους τότε και σήμερα εικαστικούς, εξαιρώντας την γλυπτική, που είχα παρουσιάσει τότε, καθώς στην τρέχουσα έκθεση δεν υπάρχει έργο που να ανήκει σ’ αυτή την έκφανση της εικαστικής  γλώσσας. (Το ανάτυπο βέβαια είναι στη διάθεση όποιου ενδιαφέρεται να γνωρίσει ποιους γλύπτες είχα εντοπίσει τότε, αλλά και η ηλεκτρονική μορφή της εισήγησης).
Τύχη αγαθή η επανεμφάνιση της Χαρακτικής στην Έκθεση μέσα από τη χθεσινή κιόλας δωρεά του κ. Διονύση Σέρρα προς το Μουσείο.
                                                  Πρόκειται για την ίδια χαρακτική απεικόνιση, αλλά σε μικρότερη διάσταση (73χ49 εκ. με το πλαίσιο), που είχε παρουσιαστεί στην προηγούμενη ανακοίνωση από το Μουσείο Ξενόπουλου, την οποία η ίδια είχε δωρίσει το 1999. Εκείνη είχε Νο 386, 1/20, και είναι έργο ενυπόγραφο.
Η Άρια Κομιανού-Κατσιρέα (1938-2015) ανήκει στη γενιά, που η χαρακτική στην Ελλάδα ανοίγεται σε νέες κατευθύνσεις. Από το 1958 μέχρι το 1960 μαθήτεψε κοντά στον Π. Σαραφιανό, ενώ από το 1960-1964 σπούδασε στην Α.Σ.Κ.Τ. χαρακτική με τον Κ Γραμματόπουλο. Στα έργα της, η χαρακτική δεν είναι πλέον «φυλακισμένη» στις μικρές και μεσαίες διαστάσεις. Η προσωπογραφία του Ξενόπουλου έχει σαν αφετηρία της τη γνωστή ρεαλιστική απεικόνιση, δεν σταματά όμως σ’ αυτή.
Η χαράκτρια παίζοντας με το άσπρο - μαύρο, κάνει ένα σουρεαλιστικό παιχνίδι με το χρώμα και καταφέρνει να εμψυχώνει τα σχήματα, κάνοντας τα να ξεπηδούν δυνατά. Επιβάλλει με τον τρόπο της τη μορφή του συγγραφέα Ξενόπουλου, σαν να θέλει να αποτρέψει οποιαδήποτε αντίρρηση πάνω στο θέμα αυτό. Ο Ξενόπουλος είναι συγγραφέας, ζει από τα γραφτά του, στηρίζεται σ’ αυτά, αναπνέει και ζει μέσα τους, και νυν και αεί. Η ατμόσφαιρα είναι ποιητική, ο χώρος ακαθόριστος, η αντίθεση άσπρου-μαύρου τονίζει τον εξπρεσιονισμό της μορφής του. Όπως ανέφερα η Κομιανού ήταν μαθήτρια του Κώστα Γραμματόπουλου. Εδώ βλέπουμε το 
χαρακτικό του Γραμματόπουλου που κόσμησε το εξώφυλλο της Νέας Εστίας, στο αφιέρωμα για τον Ξενόπουλο, το 1951. Η έκδοση προέρχεται από τη Βιβλιοθήκη του Μ.Σ.& Ε.Ζ. Ο Γραμματόπουλος με σπουδές χαρακτικής στην Α.Σ.Κ.Τ. κοντά στο Γ. Κεφαλληνό και ζωγραφικής στο Παρίσι, έχει εικονογραφήσει με ξυλογραφίες περισσότερες από εκατό εκδόσεις. Στο έργο του διακρίνονται οι σπουδές του στη ζωγραφική. Καταφέρνει να δώσει τη μορφή του Ξενόπουλου με μαλακές γραμμές, τρυφερότητα και γλύκα. Στο έργο αυτό διακρίνουμε τις απαρχές για τα αφηρημένα σχήματα, που είναι έτοιμος να καλλιεργήσει αργότερα, εξυψώνοντάς τα σε λυρικά σύμβολα με βάση μια κυβιστική αντιμετώπιση της πραγματικότητας, συμβάλλοντας κυρίως στη διαμόρφωση της έγχρωμης ξυλογραφίας.
Το χαρακτικό του Κώστα Γραμματόπουλου, του προικισμένου μαθητή του Γιάννη Κεφαλληνού, αξιοποίησε ζωγραφικά, με γνώση και μεράκι, η ζωγράφος Ελένη Γούναρη, στο πρόγραμμα του Συνεδρίου του ΠΛΑΤΥΦΟΡΟΥ (16-18 Νοεμβρίου 2001). Τα σκίτσα αυτά δώρισε η εικαστικός στο Μουσείο μετά το τέλος της ατομικής της έκθεσης με τίτλο: «ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ», που πραγματοποιήθηκε πέρυσι τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο και αποτελούν τώρα μέρος της μόνιμης συλλογής του Μουσείου.

Το πορτραίτο του Γρηγορίου Ξενόπουλου, που κοσμεί το κάλυμμα και το εξώφυλλο του βιβλίου «Αθανασία κι’ άλλα 24 διηγήματα (1924-1943), έκδοση «Οι Φίλοι του Βιβλίου», που τυπώθηκε το Σεπτέμβρη του 1944, είναι έργο και ξυλογράφημα του χαράκτη και ζωγράφου Δημητρίου Γιαννουκάκη, (1898-1991), που είχε και όλη την καλλιτεχνική επιμέλεια του βιβλίου. Ο Γιαννουκάκης, που σπούδασε ζωγραφική και χαρακτική στην Α.Σ.Κ.Τ. της Δρέσδης και στις Ecoles Libres του Παρισιού, εικονογράφησε πολλά βιβλία και χάραξε γραμματόσημα. Χρησιμοποιώντας με απόλυτη ασφάλεια στοιχεία του ρεαλισμού, μας έδωσε έναν Ξενόπουλο που χαρακτηρίζεται από πυκνή έκφραση και λιτή γραμμή. 
Τα τρία σχέδια με μολύβι της Άριας Κομιανού που δώρισε ο Διον.Σέρρας στο Μ.Σ.&Ε.Ζ., αναπλάθουν τα διδάγματα των δασκάλων της και με μεγάλη πλαστική ποιότητα εμπνέουν τα έργα των νεώτερων δημιουργών. Αυτά τα χαρακτικά και σκίτσα, επηρεάζουν με ελεύθερο μιμητικό ύφος τα έργα των μαθητών, που μετά την επίσκεψή τους στο Μουσείο για το εκπαιδευτικό πρόγραμμα που εκπονείται από το Νοέμβριο, μας κατέθεσαν στα πλαίσια της Έκθεσης.

      
       Και πιστέψτε με, δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά μετά την ολοκλήρωση της επίσκεψης στο Μουσείο, από την καταγραφή της εμπειρίας των παιδιών μέσα στην τάξη. Με την καθοδήγηση εμπνευσμένων εκπαιδευτικών, τα παιδιά έφτιαξαν έργα πραγματικά αξιόλογα, ολοκληρώνοντας έτσι την μελέτη του έργου του μεγάλου δημιουργού. Ευχαριστίες οφείλω εδώ στους εκπαιδευτικούς Μαρία Καμπίτση, Γιάννη Μπρούζο και Βάσω Σταθοπούλου, που μέσα από την δική τους προτροπή, οι μαθητές απέδωσαν την δική τους άποψη για τη μορφή του σπουδαίου λογοτέχνη.

Στο "Αναμνηστικόν Τεύχος για την Θεατρική Τριακονταετηρίδα του Γρηγορίου Ξενόπουλου 1895-1925", της Εταιρίας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, στη σελ. 67, ο γελοιογράφος Αντώνης Βώττης, αποδίδει προφίλ το συγγραφέα με παραμορφωμένη μύτη, το χαρακτηριστικό μουστάκι και τα γυαλάκια. Ο Βώττης (1890-1970), θεατρικός συγγραφέας και σκιτσογράφος, πρωτοεμφανίστηκε το 1912. Σημαντική είναι και η προσφορά του στην παιδική λογοτεχνία με τη συγγραφή και εικονογράφηση πεζών και έμμετρων κειμένων για παιδιά.
          Μη μου πείτε ότι το συγκεκριμένο κολάζ των παιδιών δεν έχει επηρεαστεί από αυτή τη γελοιογραφία του Βώττη; Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι το εκπαιδευτικό πρόγραμμα στο Μουσείο ολοκληρώνεται με επίσκεψη στη Βιβλιοθήκη και το Αρχείο, όπου τα παιδιά βλέπουν παλιές εκδόσεις έργων του Ξενόπουλου και χειρόγραφά του από τη δωρεά Σταματίου Δέγλερη.
Εδώ βλέπετε την αφιέρωση στην "Θεατρική Εκατονταετηρίδα": "Του αγαπητού μου Μ. Σιγούρου/ μ’ όλη μου την ευγνωμοσύνη/ για την πολύτιμη συμμετοχή/ Γ.Ξενόπουλος/ Αθήναι 1925» και την αφιέρωση από το εσώφυλλο του μυθιστορήματος «Λάουρα, το κορίτσι που σκοτώνει», εκδ. οίκος «Ελευθερουδάκης», εν Αθήναις 1921: «Του αγαπητού μου φίλου/ Μαρίνου Σιγούρου/ Καλό ταξείδι!/ Γ. Ξενόπουλος/ Πάσχα 1921». Στη «Λάουρα» δημοσιεύεται και ένα πορτραίτο του Ξενόπουλου από τον Μίκη Ματσάκη.
Ο Μίκης Ματσάκης, ήταν ζωγράφος και αγιογράφος (1900-;). Σπούδασε στο Παρίσι (1921-1927) και στο Μόναχο. Στο έργο του καταπιάνεται με τα πιο διαφορετικά θέματα, κυρίως όμως παρουσιάζει  ελληνικά τοπία και θάλασσες.
Στην προσωπογραφία του ο Ξενόπουλος παρουσιάζεται σοβαρός, προσηλωμένος στις σκέψεις του. Ίσως τον απασχολούν και τα πάγια οικονομικά του προβλήματα, όπως φαίνεται από την αλληλογραφία που έχει με την κόρη του Ευθαλία, από το αρχείο του Μουσείου Γρηγορίου Ξενόπουλου που μέρος της δημοσιεύετηκε στον ΚΑ’ τόμο, τεύχος 3-4 των «Επτανησιακών Φύλλων», με τίτλο: «Ανέκδοτες επιστολές και σημειώματα του Γρ. Ξενόπουλου προς την κόρη του Ευθαλία Ξενοπούλου-Νατσίου».

       Από τη «Λάουρα» είναι εμπνευσμένο το έργο του Γιώργου Μπράτη, για την οποία ο Ξ. στον πρόλογό του σημειώνει: «Πολλές στον κόσμο προδόθηκαν, όπως η Λάουρα από το Φρέντο της, μα λίγες σκότωσαν με το χέρι τους τον προδότη. Ε, αυτές βέβαια πρέπει να ‘χουνε κάτι το ιδιαίτερο. Και το ιδιαίτερο αυτό προσπάθησα να προσδιορίσω με την ψυχογραφία της Λάουρας. Το κατάφερα; Αυτό εγώ δεν μπορώ να το ξέρω. Η εντύπωση του αναγνώστη θα το κρίνει. Αν μάθω όμως πως το κατάφερα, έστω και λίγο, η χαρά μου και η καύχηση θα είναι μεγάλη, γιατί όσο κι αν εκτιμώ την ηθογραφία, όσο κι αν τη θεωρώ βάση και θεμέλιο κάθε γνήσιου θεατρικού έργου, την ψυχογραφία όμως τη βάζω πολύ πιο ψηλά, γιατί αυτή κυρίως μου φαίνεται η ουσία και ο σκοπός –ο καλλιτεχνικός πάντα σκοπός του μυθιστοριογράφου».
Το έργο του Γιώργου Μπράτη, με σπουδές στον Καναδά πάνω στον εξπρεσιονισμό, αποδίδει με την τεχνική που επιλέγει την ψυχογραφία που αποζητά ο Ξενόπουλος, δίνοντας ένα έργο με ιδιότυπο ύφος, που ανήκει στην πρωτοπορία των κινημάτων του 20ου αι.

Το ίδιο επιχειρεί και με το έργο του «Ελεημοσύνη», που είναι εμπνευσμένο από τους «Πρόσφυγες» του Ξενόπουλου. Ο πολιτικό – κοινωνικός προβληματισμός του καλλιτέχνη, θίγει ένα επίκαιρο ζήτημα της εποχής μας, αναδεικνύοντας τον Ξ. διαχρονικό ακόμα μια φορά και θυμίζοντάς μας και άλλα μυθιστορήματά του, όπως η «Η Σμυρνιά».

          Σε παραπλήσιο κλίμα κινείται και ο Ανίκητος Γιαννούδης, που γεννημένος στην Κύπρο το 1974, σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών με καθηγητή τον κ. Δ. Μυταρά και παράλληλα, σπούδασε Βυζαντινή τέχνη, Σκηνογραφία και Χαρακτική. Στο έργο του, που θυμίζει τα έντονα χρώματα του Ρουώ και του Βαν Γκογκ, η έντονη εσωτερική δράση από τα μυθιστορήματα, διαπερνά το πορτραίτο του λογοτέχνη, ο οποίος δονείται με χρώμα και φως, σπάζοντας τα περιγράμματα και την ηλικιακή εστίαση. 
      Το "Φιόρο του Λεβάντε" της Θάλειας Ξενάκη, λιτό και νευρώδες, αποδίδει τον Ξενόπουλο στην γνωστή στάση του σκίτσου με μολύβι της αδελφής του 
Χαρίκλειας Ξενοπούλου, που φιλοτεχνήθηκε τη χρονιά του θανάτου του (1951), και  δωρίθηκε στο Μουσείο Σολωμού, το 1968, μαζί με διάφορα άλλα προσωπικά του αντικείμενα. Το έργο δεν αποτελεί μια φωτογραφική απόδοση της μορφής του Ξενόπουλου, αλλά παρουσιάζει όλη την ευγένεια, την αρχοντιά και την τρυφερότητα της ψυχής του, από έναν άνθρωπο που ζούσε μαζί του μέχρι την τελευταία του στιγμή. Την ίδια αρχοντική στάση παρατηρούμε και στο έργο της Ξενάκη.
Στα δύο έργα φαίνονται και οι βέρες του Ξενόπουλου, τις οποίες δώρισε στο Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων το 1982, η κόρη του Ευθαλία. Τις περιγράφει μάλιστα ως εξής: «τα δακτυλίδια του πατέρα μου, τα οποία εσωτερικά δεν φέρουν σκαλισμένο το όνομά τους γιατί δεν θέλησαν να τα ξαναβγάλουν από τα χέρια τους και αυτό δείχνει τη γνησιότητά τους».


          Περισσότερο μετωπικός ο Ξενόπουλος του Πέτρου Παυλίδη με ένα δακτυλίδι εδώ, αποδίδεται σε ένα αξιοπρόσεκτο έργο. Το χέρι του αποτελείται από κολάζ εφημερίδων για να υποδηλώσει τη σχέση του συγγραφέα με τον Τύπο, ενώ πάνω στον δεξί του ώμο είναι γραμμένοι οι τίτλοι των έργων του. Αξίζει να σημειώσω εδώ, ότι ο γεννημένος το 1990 Φλωρινιώτης εικαστικός, εργάζεται σαν καθηγητής στο νησί μας και συμμετέχει στην Έκθεση με τρία έργα. Τι πιο ελπιδοφόρο από τους καθηγητές των παιδιών μας, ακόμα και αυτοί που έρχονται από μακριά και με δυσκολίες εργάζονται σαν αναπληρωτές ή μόνιμοι να προσπαθούν να προσπελάσουν τον πολιτισμό μας, να τον γνωρίσουν και οι ίδιοι και να μεταδώσουν γνώση; Γι’ αυτό και από τη θέση αυτή θα ήθελα να τους συγχαρώ!

Τα  άλλα έργα του Παυλίδη είναι «η Λιλή», 30×42εκ, παστέλ, και ακουαρέλες σε χαρτί και «η Οικία τσι Ζακύνθου»,  30×42εκ,παστέλ, μελάνι, κάρβουνο σε χαρτί. Προσέξτε το «τσι», που γράφει, δηλωτικό και αυτό της προσπάθειάς του να μας προσεγγίσει ιδιωματικά.
          Ένα άλλο σπίτι, αυτό της οδού Ευριπίδου, ζωντανεύει στο έργο του Μπάμπη Πυλαρινού, το οποίο έχει τίτλο: «Το σπίτι του Γρηγορίου Ξενόπουλου στην οδό Ευριπίδου μέσα από μια διήγηση του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη», 40χ60 εκ., ακρυλικό σε καμβά.
          «Ένα απόγευμα παίρνοντάς με από το χέρι με πήγε στα γραφεία της Διαπλάσεως των Παίδων- στον τρίτο όροφο κτηρίου της οδού Ευριπίδου- και μ΄ έγραψε συνδρομητή. Θυμάμαι τον Ξενόπουλο, με τα γυαλάκια του, που σηκώθηκε από το γραφείο του κι  ήρθε και με χάιδεψε ρωτώντας με τι ψευδώνυμο ‘ήθελα να πάρω, κι εγώ του αποκρίθηκα «Αιθήρ». Κι από τότε έγινα για χρόνια ο «Αιθήρ» της Διαπλάσεως των παίδων. «Η ζωή μου», Ναπολέων Λαπαθιώτης.
          Ο ποιητής του μεσοπολέμου Ν. Λαπαθιώτης (1888-1944), που ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνία, το θέατρο και την μουσική, αυτοκτόνησε στις 8 Ιανουαρίου 1944, φτωχός και καταπονημένος. Το χρώμα που χρησιμοποιεί ο Πυλαρινός στο έργο του, ταιριάζει με το μελαγχολικό ύφος του Λαπαθιώτη. Η μαρτυρία όμως που καταγράφει από τα απομνημονεύματά του, παραπέμπει στα δεκάδες Διαπλασόπουλα, που πέρασαν από τις σελίδες του περιοδικού και άνοιξαν τα φτερά τους στον λογοτεχνικό ορίζοντα.
Ο Γιάννης Μπρούζος,  στα δύο μολυβοκάρβουνα σε χαρτί, που παρουσιάζει στην έκθεση,  εικονογραφεί δύο μυθιστορήματα του Ξ. : Το «Πλούσιοι και φτωχοί» και το «Τυχεροί και Άτυχοι». Και στα δύο, με κατάλυση της προοπτικής παρουσιάζει τα σημαντικά γεγονότα από την υπόθεση των μυθιστορημάτων, μεταμορφώνοντας το χαρτί του σε θεατρικό σκηνικό.
 Αξίζει να παρατηρήσουμε πώς στο «Πλούσιοι και Φτωχοί», ο Μπρούζος χτίζει με την πένα του γέφυρα ανάμεσα στους δύο διαφορετικούς κόσμους. Και στο βάθος η Ζάκυνθος, που στοιχειώνει αιώνια τη φαντασία του λογοτέχνη.


Την υπόμνηση της θεατρικής του ιδιότητας αναδεικνύει η Ελένη Γούναρη με τα έργα της: "Στη χρυσή τη χρυσή Φανερωμένη", 35Χ50, Μικτή Τεχνική και "Στην κόκκινη Αυλαία", 35Χ50, Μικτή Τεχνική. Στο πρώτο έχοντας και η ίδια σπουδάσει σκηνογραφία, δίνει για άλλη μια φορά το αγαπημένο της θέμα: διαπραγματεύεται ένα μνημείο του τόπου μας (εδώ τη Φανερωμένη), το οποίο προβάλλει μέσα από τη δημιουργική φαντασία του Ξ. και αποτυπώνεται σαν πλούτος πνευματικός μέσα στο έργο του. Η αλλοτινή Φανερωμένη άλλωστε δεν είναι ένα τυχαίο μνημείο. Συμπυκνώνει και εμπεριέχει ζωγραφική αιώνων, αρχιτεκτονική πρότυπο και αναδεικνύεται ως ο «χρυσούς τόπος» της φαντασίας της ζωγράφου και του συγγραφέα.
          Στο επόμενο έργο της γίνεται φανερή η ενασχόλησή της με τον σχεδιασμό κοστουμιών για θεατρικές παραστάσεις. Αυτή της η εμπειρία τη φέρνει πιο κοντά στον θεατρικό Ξ. Έτσι ξέρει πώς να τοποθετήσει την αρχόντισσά της μέσα στο έργο της, που μοιάζει   με μακέτα για θεατρικό. Το έργο της είναι καλά μοιρασμένο, όπως είναι άρτια δομημένο και κάθε θεατρικό έργο του Ξ.
         Με το έργο της "Στον Κόκκινο Βράχο", 100Χ70, Μικτή Τεχνική, η παράδοση και ο πολισμός της νέας Ζακύνθου, της Ζακύνθου του Ξ. έχει φύγει σε δεύτερο επίπεδο και προβάλουν μπροστά, τα απρόσωπα σώματα, του σύγχρονου, αλωμένου από τον κακής ποιότητας τουρισμό, ανθρώπου.

Σε τελείως διαφορετικό κλίμα και με διαφορετική τεχνική προβάλλουν τα δύο έργα του Κώστα Πλέσσα. Το " Double Big Bang", 50χ70cm,  μεικτή τεχνική σε χαρτί, και το  "Άτιτλο", 50χ70cm, μεικτή τεχνική σε χαρτί.

          Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι τα σχήματα και τα χρώματα που του γεννώνται στη φαντασία από την ανάγνωση των έργων του Ξ. και τη θέαση των θεατρικών του έργων. Καθώς βλέπουμε το δεύτερο φανταζόμαστε όλες τις μικρές παιδικές καρδιές που χτυπούσαν μέσα στη Διάπλαση!
          Την πολυσημία του έργου του Ξ. αποτυπώνει στα δύο έργα της η Νικόλ Κάπαρη. Στο ένα, η μορφή του προβάλλει στα ¾, ενώ στο άλλο, μετωπικά.
Και τα δύο ωστόσο φανερώνουν την πολυδιάστατη επίδρασή του Ξ. στην εποχή του, η οποία σπάζει χρόνο και τόπους και φανερώνεται επίκαιρος, ενδιαφέρων, ικανός να συγκινήσει ανθρώπους κάθε ηλικίας και φύλου.
          Αυτή τη συγκίνηση αισθανόμαστε στη θέαση των έργων της Έκθεσης στο Μουσείο, καθώς αντιλαμβανόμαστε ότι η ποικιλία στην εκφραστική τους διατύπωση αποδεικνύει τη μεγάλη συνάφεια που υπάρχει στο χώρο της Λογοτεχνίας και των Εικαστικών και την δύναμη για αναδημιουργία και ελευθερία στην έκφραση.
    Άλλωστε ποια μεγαλύτερη απόδειξη θα μπορούσαμε να βρούμε για την αξία του έργου του Ξ. από  την νέα καλλιτεχνική παραγωγή;
Και όπως είχα  σημειώσει  στον επίλογό μου στην προηγούμενη ανακοίνωση, ο Ε.Η.Gombrich στο βιβλίο του «Τέχνη και ψευδαίσθηση», εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1995, είχε γράψει: «υπάρχουν δυο τρόποι να γράφει κανείς ιστορίες: ένας με λέξεις, φράσεις και κεφάλαια, που τον αποκαλούμε λογοτεχνία και ένας άλλος με διαδοχικές εικόνες, αυτό που αποκαλούμε ιστορία με εικόνες».
 O Ξενόπουλος έγραψε με λέξεις, οι καλλιτέχνες που απεικόνισαν τη μορφή του έγραψαν με εικόνες κι εμείς οι θεατές τους και αναγνώστες του έργου του με τα μάτια της δικής μας φαντασίας, είμαστε και σήμερα κοντά του, στο Συνέδριο-Συμβολή στην έρευνα του έργου του, 150 χρόνια μετά τη γέννησή του...
Σας ευχαριστώ!